Λαϊκή φωνήΕβδομαδιαία εφημερίς πολιτική και ειδησεογραφική1945 - ;όργανο του Δημοκρατικού συνασπισμού Αχαΐας
Βασικός Συντάκτης ο Νίκος Μπελογιάννης , κυ
κλοφορούσε παράνομα στην Πάτρα και στις γύρω περιοχές έως και το 1938 και ήταν "Όργανο συσπείρωσης των λαϊκών αντιδικτατορικών δυνάμεων στην Πελοπόννησο"...
Eπιμέλεια Ιστολογίου: Πάνος Αϊβαλής, δημοσιογράφος

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

.."Σκέφτομαι πως αυτά τα τρία συστατικά πρέπει νά 'χει η ζωή: το μεγάλο, το ωραίο και το συγκλονιστικό. Το μεγάλο είναι να βρίσκεσαι μέσα στην πάλη για μια καλύτερη ζωή. Όποιος δεν το κάνει αυτό, σέρνεται πίσω απ' τη ζωή. Το ωραίο είναι κάθε τι που στολίζει τη ζωή. Η μουσική, τα λουλούδια, η ποίηση. Το συγκλονιστικό είναι η αγάπη...
Νίκος Μπελογιάννης

~~

~~
πατήστε πάνω στην εικόνα

Translate {Μετάφραση]

"Η συμφιλίωση των πολιτισμών περνά μέσα από την οικουμενικότητα της Παιδείας"

Τρίτη 13 Νοεμβρίου 2012

Ο Νίκος Μπελογιάννης και το «Ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδα»


Της Μαρίας Μαυροειδή

Το έργο του Νίκου Μπελογιάννη Το ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδα γράφτηκε σε συνθήκες εγκλεισμού, στην Ακροναυπλία, όπου έμεινε φυλακισμένος από τη μεταξική δικτατορία και τις κατοχικές αρχές στη συνέχεια.


Την τελική του μορφή πήρε το 1945, όπως γράφει ο ίδιος από την απομόνωση στην τελευταία του επιστολή στις 12/3/1952: «Η ανάπαυλα του 1945 μου έδωσε τη δυνατότητα να συνεχίσω διάφορες μελέτες μου και να τελειώσω και δύο βιβλία μου: “Η οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας” και “Η ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας”, που όμως είναι και τα δύο ανέκδοτα, γιατί οι νέοι διωγμοί εμπόδισαν την έκδοσή τους». Στη ίδια επιστολή σημειώνει ότι είχε δώσει προς έκδοση το 1945 ένα αντίγραφο στην Κομμουνιστική Επιθεώρηση. 

Για πρώτη φορά το έργο εκδόθηκε το 1998, στα 80χρονα του ΚΚΕ, από τη Σύγχρονη Εποχή, ενώ το 2010 εκδόθηκε από την Άγρα το πρωτότυπο χειρόγραφο, με κάποιες διαφορές από το προηγούμενο, που ήρθε στην επιφάνεια το 2006.
Στο έργο αυτό ο Μπελογιάννης αναμετριέται με την οικονομική σκέψη του ελληνικού αστισμού, διατυπώνοντας ταυτόχρονα τον αντίπαλο οικονομικό λόγο των κομμουνιστών, επιχειρώντας να φωτίσει την ιστορία του δημόσιου δανεισμού της χώρας, να αποκαλύψει το ρόλο του ξένου κεφαλαίου, τη διαπλοκή του με το ντόπιο και τις επιπτώσεις στο λαό.
Στο πρώτο μέρος του βιβλίου εξετάζει τη διείσδυση του ξένου κεφαλαίου στην Ελλάδα από το 1824 έως το 1940, από τα πρώτα δάνεια της ανεξαρτησίας έως και τη μεταξική δικτατορία, ενώ στο δεύτερο μέρος προχωράει σε μια συστηματική αποτίμηση των συνεπειών του δανεισμού, δημόσιου και ιδιωτικού, για την ελληνική οικονομία και περιγράφει τους ληστρικούς όρους των δανείων με σκοπό την αποκόμιση κερδών. Μέσα από αυτή την ανάλυση αναδεικνύει πώς η αστική πολιτική οδήγησε σε τέσσερις μεγάλες πτωχεύσεις μέσα σε έναν αιώνα (1827, 1843, 1893, 1932) και παράλληλα πώς σφυρηλατήθηκε η οικονομική και πολιτική εξάρτηση.
Ο Νίκος Μπελογιάννης, στο πλαίσιο της ευρύτερης προσπάθειας οικοδόμησης μιας κομμουνιστικής θεωρίας, άφησε μια πολύτιμη παρακαταθήκη με τη μελέτη, κατανόηση και ερμηνεία των οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων της χώρας.
Ό,τι γράφει στον επίλογο του έργου του αντηχεί στο σήμερα πιο επίκαιρο από ποτέ:
«… Γενικά, η πολιτική ζωή της χώρας μας μέσα στα 120 χρόνια της ελεύθερης ύπαρξής της επηρεάστηκε σημαντικά από τις θελήσεις κι τα συμφέροντα των ξένων κεφαλαιούχων και των χωρών τους. Και τα συμφέροντα αυτά ήταν πάντοτε αντίθετα με τα συμφέροντα της Ελλάδας και του λαού της. Παρ’ όλα αυτά όμως, οι ελληνικές κυβερνητικές κλίκες, όταν έφταναν στο σταυροδρόμι που οδηγούσε ή στην υπεράσπιση της ανεξαρτησίας της πατρίδας τους ή στην υποταγή στις επιθυμίες και τους εκβιασμούς των ξένων, προτίμησαν πάντοτε, σχεδόν χωρίς εξαίρεση, το δεύτερο δρόμο. Κι αν στον αντεθνικό τους αυτό κατήφορο δεν συναντούσαν τη λαϊκή αντίσταση, ποιος ξέρει αν και πού θα σταματούσαν…».1 

(1) Νίκος Μπελογιάννης, Το ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδα, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1998, σ. 363.

__________________________________
*Η Μαρία Μαυροειδή είναι ιστορικός

Οι δίκες και η εκτέλεση

Στις 20 Δεκέμβρη 1950 ο Μπελογιάννης συλλαμβάνεται μαζί με 92 ακόμα κομμουνιστές και στις 19 Οκτώβρη του 1951 παραπέμπονται σε δίκη στο Έκτακτο Στρατοδικείο της Αθήνας βάσει του Αναγκαστικού Νόμου 509/1947, γιατί επεδίωξαν «την διά βιαίων μέσων ανατροπήν του κρατούντος κοινωνικού καθεστώτος». Στις 16 Νοεμβρίου 1951 το στρατοδικείο καταδικάζει τον Μπελογιάννη και άλλους 11 σε θάνατο.
Ο Μπελογιάννης μεταφέρεται στις φυλακές της Κέρκυρας. Υπό την πίεση ενός διεθνούς κινήματος αλληλεγγύης, η κυβέρνηση Πλαστήρα αναγκάζεται να δηλώσει ότι η απόφαση δεν θα εκτελεστεί. Ήδη όμως από τις 14 Νοεμβρίου, δύο μέρες πριν από το τέλος της πρώτης δίκης, και υπό την πίεση των Αμερικάνων, ανακαλύπτονται από την Ασφάλεια στη Γλυφάδα και την Καλλιθέα δύο ασύρματοι του ΚΚΕ και συλλαμβάνονται ο Ηλίας Αργυριάδης και ο Νίκος Καλούμενος, ενώ από τις 23 Οκτώβρη έχει συλληφθεί ο Δημήτρης Μπάτσης από την Ασφάλεια Πειραιά.
Στις 15 Φλεβάρη 1952 αρχίζει  νέα δίκη του Μπελογιάννη και 28 ακόμα κομμουνιστών στο Α΄ Διαρκές Στρατοδικείο Αθηνών με βάση τον «παγωμένο» μεταξικό νόμο 375/936 περί κατασκοπείας, καθώς η κατηγορία της κατασκοπείας ήταν σχεδόν απίθανο  να επιτρέψει την αμνήστευση. Σημειώνεται ότι εκείνη την περίοδο είχαν σταματήσει οι εκτελέσεις πολιτικών κρατουμένων.
Την 1η Μάρτη το στρατοδικείο καταδικάζει 8 κατηγορούμενους σε θάνατο (τους Ν. Μπελογιάννη, Δ. Μπάτση, Η. Αργυριάδη, Ν. Καλούμενο, Τ. Λαζαρίδη, Χ. Τουλιάτο, Μ. Μπισμπιάνο, Έ. Ιωαννίδου). Ο Μπελογιάννης καταδικάζεται δις εις θάνατο. Στη διάρκεια και των δύο δικών η απολογία του Μπελογιάννη εξελίσσεται  σε δριμύ «κατηγορώ» και τον αναδεικνύει σε σύμβολο αντίστασης.
Το διεθνές κίνημα διαμαρτυρίας, στο οποίο συμμετέχουν και μορφές όπως οι Ζαν Πωλ Σαρτρ, Ζαν Κοκτώ, Πωλ Ελυάρ, Λουί Αραγκόν, Τσάρλι Τσάπλιν κ.ά., απαιτεί τη ματαίωση της εκτέλεσης του Μπελογιάννη και των συντρόφων του.
Ωστόσο, ξημερώματα Κυριακής 30 Μάρτη του 1952 ανακοινώνεται στους τέσσερις κομμουνιστές Νίκο Μπελογιάννη, Δημήτρη Μπάτση, Νίκο Καλούμενο και Ηλία Αργυριάδη ότι η αίτηση χάριτος απορρίφθηκε και λίγο αργότερα –πριν καν χαράξει– μεταφέρονται στο Γουδί.  Στις 4.12΄ τα χαράματα της Κυριακής –ώρα και μέρα που ούτε οι Γερμανοί έκαναν εκτελέσεις– οι τέσσερις κομμουνιστές εκτελούνται υπό το φως των προβολέων των στρατιωτικών καμιονιών.
_______________________________________
http://e-dromos.gr/index.php?option=com_k2&view=item&id=8165:%CE%BF-%CE%BD%CE%AF%CE%BA%CE%BF%CF%82-%CE%BC%CF%80%CE%B5%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%B9%CE%AC%CE%BD%CE%BD%CE%B7%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CF%84%CE%BF-%CE%BE%CE%AD%CE%BD%CE%BF-%CE%BA%CE%B5%CF%86%CE%AC%CE%BB%CE%B1%CE%B9%CE%BF-%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%AC%CE%B4%CE%B1&Itemid=44

Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2012

Νίκος Πουλαντζάς νεομαρξιστής πολιτικός στοχαστής και κοινωνιολόγος (1936 – 1979


Νίκος Πουλαντζάς

















Nεομαρξιστής πολιτικός στοχαστής και κοινωνιολόγος. Είναι περισσότερο γνωστός για το θεωρητικό του έργο για το κράτος, ενώ αξιοσημείωτη είναι η συνεισφορά του στην ανάλυση του φασισμού, των κοινωνικών τάξεων στον σύγχρονο κόσμο και της κατάρρευσης των δικτατοριών στη νότια Ευρώπη (Ισπανία, Πορτογαλία, Ελλάδα) κατά τη δεκαετία του '70. Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του λεγόμενου «δομικού μαρξισμού», ενός φιλοσοφικού ρεύματος της δεκαετίας του '70, που αποτέλεσε προσπάθεια επιστροφής στο έργο του Καρλ Μαρξ και ανάδειξης του επιστημονικού του χαρακτήρα.

Ο Νίκος Πουλαντζάς γεννήθηκε στις 21 Σεπτεμβρίου 1936 στην Αθήνα. Ο πατέρας του, Αριστείδης Πουλαντζάς, ο οποίος καταγόταν από τη Μάνη, ήταν διακεκριμένος δικηγόρος και δικαστικός γραφολόγος. Η μητέρα του λεγόταν Αγγελική, το γένος Καρυοφύλλη. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο κέντρο της Αθήνας, όπου κατοικούσε με τους γονείς του στην οδό Βερανζέρου κοντά στην Πλατεία Βάθης.

Μετά την αποφοίτησή του από το Δημοτικό σχολείο, φοίτησε στο Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Αθηνών και παράλληλα στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών, απ’ όπου ξεκίνησε η γνωριμία του με τον Μαρξισμό. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, από το οποίο αποφοίτησε το 1957 με άριστα. Υπηρέτησε τη θητεία του στο Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό και το 1960 απέκτησε την άδεια ασκήσεως του δικηγορικού επαγγέλματος, χωρίς όμως να το ασκήσει ποτέ.

Την ίδια χρονιά έφυγε για τη Δυτική Γερμανία, όπου παρακολούθησε σεμινάρια φιλοσοφίας και φιλοσοφίας του δικαίου στα πανεπιστήμια Μονάχου και Χαϊδελβέργης. Αποτέλεσμα αυτών των σπουδών του ήταν η μεταπτυχιακή του εργασία με θέμα την «Αναγέννηση του φυσικού δικαίου στη Γερμανία». Από το 1961 μέχρι το 1964 προετοιμάζει τη διδακτορική του διατριβή στη Σχολή Δικαίου και Οικονομικών Επιστημών του Παρισιού με θέμα «Φύση πραγμάτων και δίκαιο».

Το διδακτικό του έργο αρχίζει το 1962, ως βοηθός στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης. Από τον Δεκέμβριο του 1968 διδάσκει κοινωνιολογία στο 8ο Πανεπιστήμιο του Παρισιού (Βενσέν), παράλληλα με το ερευνητικό του έργο στο Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών. Από το 1977 έως την αυτοκτονία του το 1979 υπήρξε υπεύθυνος του εκδοτικού οίκουΑσέτ (Hachette) για βιβλία πολιτικού περιεχομένου.

Αν και η Γαλλία ήταν ο τόπος διαμόρφωσης της θεωρητικής του σκέψης, η Ελλάδα ήταν ο χώρος που η σκέψη αυτή εκφράστηκε εμπράκτως. Συμμετείχε ενεργά στο φοιτητικό κίνημα μέσα από τη Νεολαία της ΕΔΑ, υπήρξε μέλος του παράνομου ΚΚΕ και μετά τη διάσπαση του κόμματος το 1968 τάχθηκε με το ΚΚΕ Εσωτερικού. Ήδη από το 1966, στη Β' Εβδομάδα Μαρξιστικής Σκέψης, έκανε μια ανακοίνωση με θέμα τη μαρξιστική αντίληψη περί κράτους, ένα θέμα που θα βρίσκεται στο επίκεντρο των θεωρητικών του αναζητήσεων μέχρι τέλους.

Μετά την πτώση της δικτατορίας επέστρεψε στην Ελλάδα και στρατεύτηκε στην Ανανεωτική Αριστερά (ΚΚΕ Εσωτερικού). Με πληθώρα άρθρων και συνεντεύξεων, που μαρτυρούν την αγωνία του για τις εξελίξεις που ακολούθησαν τη Μεταπολίτευση, έδωσε σειρά διαλέξεων στην Πάντειο (1975-1976), με βασικό θέμα τις θεωρίες περί κράτους. Αποδεχόμενος την πρόσκληση της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας του Κωνσταντίνου Καραμανλή, συμμετείχε στις εργασίες για τη σύνταξη του νόμου για τα ΑΕΙ.

Η σκέψη του Νίκου Πουλαντζά, επηρεασμένη αρχικά από τους Ζαν Πολ Σαρτρ, Γκέοργκ Λούκατς, Αντόνιο Γκράμσι και τον δάσκαλό του Λουί Αλτουσέρ, σταδιακά αποστασιοποιήθηκε και αναζήτησε τη δική της ταυτότητα. Αφού διερεύνησε τις απόψεις των κλασσικών του Μαρξισμού για το κράτος, επιχείρησε τον επαναπροσδιορισμό τους σε σχέση με τις πολύπλοκες συνθήκες της σύγχρονης εποχής. Αρνήθηκε τόσο τη φιλελεύθερη εκδοχή περί ουδετερότητας του κράτους, όσο και την αντίληψη των μαρξιστών ότι το κράτος αποτελούσε απλώς εργαλείο στα χέρια της κυρίαρχης τάξης. Για τον Πουλαντζά το κράτος αποτελούσε έκφραση των πολύπλοκων σχέσεων όλων των πολιτικοκοινωνικών δυνάμεων, ένα όργανο εξισορρόπησης των ταξικών ανταγωνισμών.

Η εργατική τάξη και οι σύμμαχοί της θα πρέπει να επιδιώξουν όχι απλώς την κατάκτηση του κράτους, αλλά και την πραγματοποίηση των ριζικών εκείνων μετασχηματισμών του κρατικού μηχανισμού που θα στοχεύουν στη δημιουργία των καταλλήλων θεσμικών προϋποθέσεων για το πέρασμα στον δημοκρατικό σοσιαλισμό. Γιατί, όπως υποστήριξε επιγραμματικά: «Ο σοσιαλισμός ή θα είναι δημοκρατικός ή δεν θα είναι σοσιαλισμός», μία θέση που τον αντιπαραθέτει με όλη την αυταρχική παράδοση του σοβιετικού εγχειρήματος. Οι απόψεις του αυτές υποβλήθηκαν σε αυστηρή κριτική από τους θεωρητικούς της ορθόδοξης μαρξιστικής - λενινιστικής κατεύθυνσης, οι οποίοι τον επέκριναν για ρεφορμισμό. Το θεωρητικό έργο του Νίκου Πουλαντζά για το κράτος περιέχεται στα βιβλία του: «Πολιτική Εξουσία και Κοινωνικές Τάξεις» (1969), «Οι κοινωνικές τάξεις στον σύγχρονο καπιταλισμό» (1974) και «Το κράτος, η εξουσία, ο σοσιαλισμός» (1978).

Όσον αφορά το φασιστικό φαινόμενο, ο Νίκος Πουλαντζάς υποστήριξε ότι ο φασισμός είναι αποτέλεσμα βαθιάς οικονομικής και ιδεολογικής κρίσης της κυρίαρχης τάξης. Όταν κανένα τμήμα της κυρίαρχης τάξης δεν μπορεί να επιβάλει την ηγεσία του στο «συνασπισμό της εξουσίας», τότε το φασιστικό κράτος αντικαθιστά το δημοκρατικό κοινοβουλευτικό πολίτευμα, ως λύση στην κρίση της καπιταλιστικής κοινωνίας, η οποία απειλείται από την οργανωμένη εργατική τάξη. Η μικροαστική τάξη, που συνθλίβεται από τη συγκέντρωση μεγάλων καπιταλιστικών επιχειρήσεων, έρχεται να διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο στη διακυβέρνηση, γιατί η καπιταλιστική ανάπτυξη την έχει αναγκάσει να μεταπέσει στα εργατικά στρώματα. Τις απόψεις του αυτές τις εκφράζει κατά βάση στο βιβλίο του «Φασισμός και Δικτατορία», που κυκλοφόρησε το 1970.

Ο Νίκος Πουλαντζάς αυτοκτόνησε κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες, πηδώντας στο κενό από τον όροφο μιας πολυκατοικίας του Παρισιού στις 3 Οκτωβρίου 1979. Ήταν νυμφευμένος από το 1966 με τη γαλλίδα φιλόσοφο και φεμινίστρια Ανί Λεκλέρ (1940-2006), με την οποία απέκτησε το 1971 μια κόρη, την Αριάδνη.

Βιβλία του Νίκου Πουλαντζά

  • Πολιτική εξουσία και κοινωνικές τάξεις (Θεμέλιο)
  • Οι κοινωνικές τάξεις στον σύγχρονο καπιταλισμό (Θεμέλιο)
  • Το κράτος, η εξουσία, ο Σοσιαλισμός (Θεμέλιο)
  • Φασισμός και δικτατορία (Θεμέλιο)
  • Η κρίση των δικτατοριών: Πορτογαλία, Ελλάδα, Ισπανία (Θεμέλιο)
  • Για τον Γκράμσι: Μεταξύ Σαρτρ και Αλτουσέρ (Πολύτυπο)
  • Η κρίση του Κράτους (Παπαζήσης)

____________________________
Διαβάστε περισσότερα: http://www.sansimera.gr/biographies/544#ixzz28XazVTsu

Παρασκευή 17 Αυγούστου 2012

Η ιστορία του ξένου κεφαλαίου. Toυ Νίκου Μπελογιάννη


tvxs.gr/node/97953

   

Για την Ελλάδα, η ιστορία του ξένου κεφαλαίου είναι στενά δεμένη με την πολιτική ιστορία των 120 χρόνων της ελεύθερης ύπαρξης του έθνους μας. Όποιος θελήσει ν' ανιστορήσει τούτη την περίοδο, πολλές φορές θα χρειαστεί να ζητήσει στους ξένους τοκογλύφους και στα κράτη που τους προστάτευαν τις αιτίες για πολλές συμφορές που βρήκαν τη χώρα μας. Κι όποιος πάλι θελήσει να γράφει για το ξένο κεφάλαιο και ιδιαίτερα για τα εξωτερικά δάνεια, δεν μπορεί να μη δέσει την ιστορία τους με πολλά από τα κυριότερα πολιτικά γεγονότα, που ξετυλίχτηκαν στην Ελλάδα τούτα τα 120χρόνια [...]


Η καινούργια χρεοκοπία
Α. Δημοσιονομικό πελάγωμα
Η περίοδος 1931-32 είναι αρκετά δραματική για το λαό και την Ελλάδα. Η κρίση από 'να μέρος κι η πολιτική των φαυλοκρατικών κυβερνήσεων από τ΄ άλλο, ερήμωσαν πάλι τη χώρα. Τα καπνά κι η σταφίδα έμεναν απούλητα, μαζί με τις εξαγωγές πέφτουν κι οι εισαγωγές. Οι αγρότες πεινούν, οι εργάτες μένουν άνεργοι, όλοι οι εργαζόμενοι βρίσκονται σε απόγνωση. Οι μόνοι που απολαμβάνουν μακάρια τη ζωή τους και αδιαφορούν για την τραγική αυτή κατάσταση είναι – εκτός από τους νεόπλουτους που δημιούργησε η κυβέρνηση Βενιζέλου – οι ξένοι και ντόπιοι ομολογιούχοι, που μέχρι το 1932 έπαιρναν στο ακέραιο το τοκοχρεολύσιο.
Με την αφαίμαξη όμως αυτή, ο προϋπολογισμός του 1931-1932 θα 'κλεινε με 1 δις έλλειμμα. Σε έσοδα 8.200 εκατομμυρίων έπρεπε να πάρουν οι ομολογιούχοι 4.400, δηλαδή τα 54%, την προηγούμενη χρονιά είχαν πάρει τα 40%. Για να πληρωθούν τώρα σε χρυσό, δεν αρκούσε το κάλυμμα της τράπεζας και δημιουργόταν άμεσος κίνδυνος να μείνει ο λαός χωρίς ψωμί, γιατί το περισσότερο στάρι εκείνο τον καιρό ερχόταν απ΄ έξω.
Η πληρωμή, λοιπόν, του τοκοχρεολύσιου θα ΄ταν εγκληματική παραφροσύνη. Εντούτοις, το Σεπτέμβρη του '31 η κυβέρνηση ανακοίνωσε επίσημα ότι τα τοκομερίδια των ομολογιούχων θα πληρωθούν στο ακέραιο και σε χρυσό. Και για να το πετύχει άρχισε να παίρνει μέτρα, που στρέφονταν κατά του λαού.
Στις 8 του Οκτώβρη, γιορτή της Αγίας Πελαγίας, έγινε η δραχμοποίηση των καταθέσεων σε συνάλλαγμα, για να «προστατευθεί» το εθνικό νόμισμα και στην ουσία για να πληρωθούν οι ομολογιούχοι. Με το μέτρο της δραχμοποίησης ληστεύτηκαν χιλιάδες κόσμου και κέρδισε η Εθνοτράπεζα εκατοντάδες εκατομμύρια, ενώ ο τορπιλισμός της δραχμής συνεχιζόταν στη μαύρη αγορά του συναλλάγματος με πρωταγωνιστές τον Μαρή κι άλλα πρωτοπαλίκαρα του Κόμματος των Φιλελευθέρων.
Εκείνον ακριβώς τον καιρό άρχισε να ξεσπάει απειλητική η λαϊκή αντίδραση. Το προλεταριάτο και οι υπάλληλοι παλεύουν ακούραστα μ΄ απεργίες για το ψωμί τους, οι επαγγελματίες κινητοποιούνται κι οι αγρότες κάνουν ομαδικές καθόδους στις πόλεις.
Ο Βενιζέλος μυρίστηκε τον κίνδυνο και επιχείρησε να βγει από το αδιέξοδο. Το Γενάρη του ΄32 απευθύνθηκε στις μεγάλες δυνάμεις και στο ΔΟΕ και παρακαλούσε να του δώσουν πεντάχρονη αναστολή στα χρεολύσια και 50 εκατομμύρια δολάρια για να συμπληρωθούν τα παραγωγικά έργα. Ο υπουργός των Εξωτερικών στην οικουμενική είχε χαρακτηρίσει το ΔΟΕ «απλούν τεχνικόν σώμα», αλλά ένας οργανισμός που κρατάει στα χέρια του τη ζωή ενός ολόκληρου λαού και οι πρωθυπουργοί πέφτουν στα πόδια του και τον παρακαλούν, δεν είναι καθόλου «απλούν τεχνικόν σώμα», αλλά υπέρτατος, κυρίαρχος και παντοδύναμος αφέντης της χώρας μας.
Επίσης ο Βενιζέλος ζήτησε να 'ρθει στην Ελλάδα κι αντιπρόσωπος της δημοσιονομικής επιτροπής της ΚΤΕ (σ.σ. Κοινωνία των Εθνών) για να κάνει «επιτόπιον έρευνα» και να διαπιστώσει σε πόσο κρίσιμη οικονομική κατάσταση βρισκόταν η χώρα. Στο τέλος τους έδινε την υπόσχεση ότι με το δάνειο που θα του ΄διναν, θα πλήρωνε και τους τόκους των εξωτερικών δανείων.
Οι μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, παλεύοντας τότε κι αυτές να ξεπεράσουν την κρίση που έδερνε τη χώρα τους, δεν έδωσαν καμία σημασία στο διάβημα του Βενιζέλου. Μόνο η δημοσιονομική επιτροπή της ΚΤΕ ευαρεστήθηκε με τα πολλά να μας στείλει σαν αντιπρόσωπό της τον σερ 'Οτο Νιμάγερ για να κάνει έλεγχο στα οικονομικά της χώρας μας.
Ο Νιμάγερ, πρώην υπουργός των Οικονομικών, ήταν τότε διευθυντής της Τράπεζας της Αγγλίας. Ήρθε στην Ελλάδα, έλεγξε τα έσοδα και τα έξοδα κι έφυγε κάνοντας μια έκθεση στο συμβούλιο της ΚΤΕ, στην οποία σύσταινε να μας ελεήσουν μονάχα με μια χρονιάτικη αναστολή του χρεολύσιου και το αντίστοιχο πόσο να διατεθεί για τα παραγωγικά έργα μαζί μ΄ ένα δάνειο από 10 εκατομμύρια δολάρια.
Η δημοσιονομική επιτροπή της ΚΤΕ, που συνήρθε στο Παρίσι, χαρακτήρισε σαν επείγουσα την ανάγκη ενός δανείου για τα τοκοχρεολύσια, όμως μόλις και μετά βίας και με χίλιες δυο επιφυλάξεις και υποδείξεις αναγνώρισε ότι επιβάλλεται η προσωρινή ανακούφιση της Ελλάδας από τα εξωτερικά χρέη μ΄ αναστολή των χρεολυσίων για ένα χρόνο! Αλλά επειδή πάνω στο τελευταίο αυτό ζήτημα η ελληνική κυβέρνηση είχε φέρει από την αρχή αντιρρήσεις, το συμβούλιο της ΚΤΕ κηρύχτηκε τελικά αναρμόδιο και μας παρέπεμψε να συνεννοηθούμε απευθείας με τους ομολογιούχους.
Ο Μαρής, που βρισκόταν τότε στο Παρίσι για να υπερασπίσει τα συμφέροντα της Ελλάδας, ομολόγησε αργότερα ότι τα μέλη της δημοσιονομικής επιτροπής προσπαθούσαν να βρουν κάποια προσωρινή λύση για να τη συνδυάσουν με έλεγχο πάνω στα οικονομικά μας, σαν να μην ήταν αρκετός ο ΔΟΕ.
Είχε όμως περάσει πια η εποχή του '97. Η φάρα του Γκλίξμπουργκ ήταν τότε μακριά από την Ελλάδα. Στην πατρίδα μας είχε πια αναπτυχθεί ένα πολυάριθμο προλεταριάτο, αρκετά ώριμο πολιτικά, που συγκλόνιζε την περίοδο εκείνη με τις απεργίες και τις διαδηλώσεις του το αστοτσιφλικάδικο οικοδόμημα.
Το ΚΚΕ, ξεπερνώντας την κρίση του, πλούσιο πια σε πείρα και μονολιθικό ιδεολογικά, άρχιζε να αναδείχνεται αρχηγός των εργαζομένων της πόλης και του χωριού. Γι αυτό μια απόπειρα της κυβέρνησης για την επιβολή καινούργιου βαρύτερου ελέγχου ήταν όχι μόνο καταδικασμένη, αλλά θα απειλούσε ολόκληρο το πολιτικό και κοινωνικό οικοδόμημα των αστοτσιφλικάδων.
Μπροστά σ΄ αυτή την απελπιστική κατάσταση ξεκινάει ο ίδιος ο Βενιζέλος και πηγαίνει στη Γενεύη. Κάνει μια δραματική έκκληση στο συμβούλιο της ΚΤΕ, αλλ΄ αυτό περιορίζεται μόνο να λάβει σε υπό σημείωσιν τη γνώμη της δημοσιονομικής επιτροπής και παραπέμπει πάλι την ελληνική κυβέρνηση στους ομολογιούχους. Για καινούργιο δάνειο ούτε συζήτηση δεν μπορούσε να γίνει. Εν τω μεταξύ η κατάσταση τραβάει όλο και στο χειρότερο.
Στις 25 του Μάρτη γίνεται μια μεγάλη σύσκεψη υπό την προεδρία του Προέδρου της Δημοκρατίας και με σκοπό να μελετηθεί η οικονομική κατάσταση και τα μέτρα που πρέπει να παρθούν. Ανάμεσα στους συσκεπτόμενους βρίσκονται πολλοί υπεύθυνοι για το κατάντημα του τόπου. Οι καταχρήσεις, η κερδοσκοπία και οι ρεμούλες γίνονται το πιο συνηθισμένο φαινόμενο. Η διαφθορά κι η ηθική εξαχρείωση της κυβερνητικής κλίκας φτάνει στο κατακόρυφο. Νόθεψαν ακόμα και το κινίνο, πράξη αρκετά χαρακτηριστική για τη σαπίλα που βασίλευε ανάμεσα στην παράταξη που κυβερνούσε τη χώρα.
Β. Η χρεοκοπία
Επόμενο ήταν κάτω απ΄ αυτές τις συνθήκες να μεγαλώνει η απόγνωση κι η αγανάκτηση του λαού. Ο κόσμος άρχισε να κάνει γιουρούσι στους φούρνους. Οι πορείες πείνας πλήθαιναν καθημερινά. Ο Βενιζέλος έπρεπε να διαλέξει. Ή τα τοκομερίδια ή το ψωμί του λαού. Τελικά πήρε την απόφαση, αφού πρώτα ειδοποίησε το ΔΟΕ, ν΄ αναστείλει τα χρεολύσια των εξωτερικών δανείων και να πληρώσει τα τοκομερίδια σε δραχμές. Μα κι οι δραχμές δεν ήταν εύκολο να οικονομηθούν. Οι κρατικές εισπράξεις το 1929-30 έφτασαν τα 9.242 εκατομμύρια.
Το 1932-33, παρόλες τις καινούργιες φορολογίες, θα ΄φταναν σε 7.779 εκατομμύρια. Με την υποτίμηση της δραχμής οι ομολογιούχοι θα ΄παιρναν κάπου 6.000 εκατομμύρια. Για να σώσει την «πίστη» της χώρας, η κυβέρνηση επέβαλε, κάτω από τόσο τραγικές συνθήκες, καινούργιες φορολογίες 740 εκατομμυρίων, χωρίς να σωθεί μ΄ αυτά η κατάσταση.
Και τότε- 16.4.1932 – ο Μαρής έστειλε ένα γράμμα στο ΔΟΕ και του δήλωνε ότι η κυβέρνηση ήταν αναγκασμένη να κηρύξει από την 1η του Μάη προσωρινό χρεοστάσιο και για τους τόκους. Έτσι, ήρθε η καινούργια χρεοκοπία.
Η κυβέρνηση, όμως, που δεν μπορούσε να ανεχτεί το στίγμα, έδωσε εντολή στους αντιπροσώπους της στο Λονδίνο και το Παρίσι να 'ρθουν σ΄ επαφή με τους ομολογιούχους για να ρυθμίσουν το ζήτημα. Ο Μιχαλακόπουλος, υπουργός των Εξωτερικών, δήλωσε στη δημοσιονομική επιτροπή της ΚΤΕ ότι θα δεχόταν πρόθυμα να 'ρθουν «αμερόληπτοι» διαιτητές και να ελέγξουν ίσαμε ποιό βαθμό μπορούμε να πληρώσουμε τα τοκομερίδια, «αφού προαφαιρεθούν τα απαιτούμενα για το primum vivere του ελληνικού λαού». Την ίδια θέση έπαιρνε κι ο Παπαναστασίου. Όλοι ήταν πρόθυμοι να καταδικάσουν το λαό να ζει μ΄ ένα ξεροκόμματο, για να πληρωθούν οι ομολογιούχοι. Αυτοί όμως ήταν ανένδοτοι και τα ζητούσαν όλα ή τίποτε.
Αυτή την εποχή, ο Μαρής υποχρεώθηκε να φύγει από το υπουργείο των Οικονομικών σχεδόν με τη βία. (Είχε μπει μέσα, καθώς λένε, ξυπόλυτος και βγήκε με καντάρια χρυσάφι). Η Εθνοτράπεζα στις κρίσιμες εκείνες για τα συμφέροντά της στιγμές έβαλε απόλυτα δικό της υπουργό, τον Βαρβαρέσο, που προκαλεί αμέσως την άρση της σταθεροποίησης, σχεδόν τυπική γιατί την είχε από καιρό προκαλέσει η μαύρη αγορά του συναλλάγματος. Έτσι, επιβάλλεται πάλι η αναγκαστική κυκλοφορία. Στην έκθεσή του πάνω στον προϋπολογισμό του 1932-33, ο Βαρβαρέσος θέλησε να δικαιολογήσει τη χρεοκοπία. Τα ελλείμματα, είπε, δεν μπορούμε πια να τ΄ αποφύγουμε με φορολογίες. Με περικοπές των εξόδων – σε βάρος κυρίως των μισθωτών – μόνο 480 εκατομμύρια οικονομήσαμε.
Γι΄ αυτό είναι αναπόφευκτο να καταφύγουμε στην ελάττωση των ποσών που διαθέτουμε για την υπηρεσία του δημόσιου χρέους, επειδή μας απορροφούν τα 55% του προϋπολογισμού και μάλιστα σε συνάλλαγμα. Γι΄ αυτό η κυβέρνηση βρέθηκε «εις την αναπόδραστον ανάγκην» να δώσει την άδεια στον υπουργό των Οικονομικών να αναστείλει τα χρεολύσια των εξωτερικών δανείων και τον τόκο «εν όλω ή εν μέρει». Σκόπευαν οπωσδήποτε να πληρώσουν ένα μέρος από τους τόκους. Στον προϋπολογισμό όμως δεν έγραφαν ακριβώς το ποσό, ελπίζοντας να το μεγαλώσουν οπωσδήποτε με τους φόρους.
Έτσι αύξησαν κατά 25% τη φορολογία στα εισαγόμενα εμπορεύματα κι ενώ η κατάσταση ήταν κάτι παραπάνω από τραγική, οι Έλληνες πολιτικοί βρίσκονταν σ΄ αδιάκοπη κίνηση και συγκίνηση και τους απασχολούσε αποκλειστικά το ζήτημα της πληρωμής των ομολογιούχων. Παντού είχαν φουντώσει οι σχετικές συζητήσεις. Ο Μιχαλακόπουλος, ο Παπαναστασίου κι ο Καφαντάρης υποστήριζαν να τους πληρώσουμε με τα καπνά μας. Οικονομολόγοι, πολιτικάντες, τραπεζίτες, όλοι έγραφαν και υπόδειχναν κάποιον τρόπο πληρωμής και κανένας δεν υποστήριξε να μην πληρώσουμε τίποτα.
Η οικονομική κρίση άρχισε να εξελίσσεται και σε πολιτική και οικονομική χρεοκοπία, να μεταβάλλεται σε γενική χρεοκοπία του αστοτσιφλικάδικου κόσμου. Ο Βενιζέλος, αντιμετωπίζοντας την πολιτική του χρεοκοπία και τη λαϊκή κατακραυγή, επιχείρησε μια πολιτική μανούβρα. Παραιτήθηκε κι ανέβηκε πρωθυπουργός ο Παπαναστασίου. Σε τέτοιες όμως στιγμές κι η δημαγωγία μπορεί να καταντήσει επικίνδυνη για την κυρίαρχη τάξη. Γι αυτό κι ο αρχηγός των Εργατοαγροτικών διώχτηκε μέσα σε μια βδομάδα κι ανέβηκε πάλι στην κυβέρνηση ο Βενιζέλος, με υπουργό των Οικονομικών τον Βαρβαρέσο.
Στις 10 Αυγούστου ψηφίστηκε ο νόμος της δραχμοποίησης. Η άρση της σταθεροποίησης κι η δραχμοποίηση έδιναν το δικαίωμα στις τράπεζες να ληστέψουν άλλη μια φορά τον κόσμο. Η Κτηματική Τράπεζα-θυγατέρα του Χάμπρο και της Εθνικής – έκανε τους μικροϊδιοκτήτες να βρεθούν από τη μια μέρα στην άλλη με διπλάσιο περίπου χρέος.
Γ. Αρχίζουν οι συνεννοήσεις
Συγχρόνως άρχισαν πάλι, οι συνεννοήσεις με τους ξένους ομολογιούχους. Ο Βαρβαρέσος έφυγε για την Ευρώπη κι υστέρα από μακριές διαπραγματεύσεις, συμφώνησαν το Σεπτέμβρη του 1932 να πληρωθούν 30% των τόκων για το 1932-33, κι αν βελτιωνόταν αργότερα ή κατάσταση, να πάρουν 35%. Από το Δεκέμβρη όμως του ίδιου χρόνου, η τότε κυβέρνηση άρχισε να παρακαλεί με υπόμνημα της τους ξένους να μην κρατήσουν το παραπάνω ποσοστό, γιατί ή κατάσταση είχε επιδεινωθεί. Οι ομολογιούχοι έκαναν πώς υποχωρούν, αλλά ο ΔΟΕ, βάσει της συμφωνίας, είχε κατακρατήσει σε δραχμές -από τις υπέγγυες προσόδους- ολόκληρο το 35% και αρνήθηκε να επιστρέψει στην Ελλάδα τη διαφορά του 5%
Επίσης, ο ΔΟΕ υπολόγισε το ποσοστό σε χρυσές κι όχι σε χάρτινες λίρες, κερδίζοντας έτσι σημαντική διαφορά σε βάρος της Ελλάδας. Η κυβέρνηση κατάφυγε σε διαιτητή, αλλά η απόφαση του δεν βγήκε ακόμα. Κοντά σ' αυτά, ή εγγλέζικη κυβέρνηση μας υποχρέωσε να υπογράψουμε μια συμφωνία με το αγγλικό θησαυροφυλάκιο, σύμφωνα με την οποία αναλαβαίναμε να πληρώσουμε 3.767.548 φράγκα, πού το μοιράστηκαν ή Αγγλία κι ή Γαλλία σαν αποζημίωση για τα ποσά πού είχαν ξοδέψει όταν εγγυήθηκαν το δάνειο του 1898. Τότε ακριβώς κι οι ομολογιούχοι μετάνιωσαν πού δέχτηκαν το 30% και δεν τα 'παιρναν ζητώντας περισσότερα. Και ξαναρχίζουν πάλι συνεννοήσεις ατελείωτες και καταθλιπτικές για τη χώρα. Όλοι σχεδόν οι αστοί οικονομολόγοι προσπαθούν να πείσουν τον κόσμο ότι μια ανοιχτή χρεοκοπία θα κατάστρεφε την πίστη και τα οικονομικά της Ελλάδας.
Όχι όμως μία αλλά εκατό φορές να λέγαμε στους ομολογιούχους ότι δεν έχουμε να τους πληρώσουμε, πάλι δεν θα παθαίναμε την οικονομική, εθνική και ηθική ζημιά πού πάθαμε με τις ατέλειωτες κι εξευτελιστικές για την αξιοπρέπεια της χώρας μας συζητήσεις.
Εν τω μεταξύ, το Σεπτέμβρη του 1932 έγιναν εκλογές και στις 4 Νοέμβρη ανάλαβε πρωθυπουργός ο Τσαλδάρης, με υφυπουργό των Οικονομικών τον Μ. Ευλάμπιο. Το Δεκέμβρη έγινε υπουργός των Οικονομικών ο Κ. Αγγελόπουλος. Η οικονομική και δημοσιονομική κατάσταση δεν είχε βελτιωθεί καθόλου. Η κερδοσκοπία οργίαζε κι ο τιμάριθμος από 15 πού ήταν το 1931 ανέβηκε στα 20 το '32. Αυτή, λοιπόν, την περίοδο ο Αγγελόπουλος αποτέλεσε μια μεγάλη εξαίρεση, ανάμεσα στους φαυλοκράτες πολιτικούς.
Και παλιά τα είχε βάλει, με το ΔΟΕ και στην Κτηματική Τράπεζα κήρυξε τον πόλεμο κι αργότερα στην τεταρτοαυγουστιανή δικτατορία ήταν ο πρώτος αστός πολιτικός που εξορίστηκε από τον Μεταξά. Μόλις ανάλαβε το υπουργείο δήλωσε αμέσως ορθά-κοφτά και μ' επιμονή ότι δεν πρέπει να πληρώσουμε όχι 30% αλλά ούτε πεντάρα στους ξένους και ντόπιους ομολογιούχους. Σε λίγες μέρες ο Αγγελόπουλος διώχτηκε από το υπουργείο, ασφαλώς με την επέμβαση «εξωελληνικών» παραγόντων.
Τον αντικατέστησε ο τραπεζίτης Σπύρος Λοβέρδος και στις ε­φτά μέρες πού 'κανε υπουργός, πρόλαβε να πληρώσει αμέσως το 30% στους ομολογιούχους και να μαδήσει τη χώρα από το αναιμικό της συναλλαγματικό απόθεμα. Στις 16 του Γενάρη έπεσε ο Τσαλδάρης κι ήρθε ο Βενιζέλος με υπουργό των Οικονομικών τον Καφαντάρη. Ο αρχηγός όμως των Προοδευτικών δεν πρόλαβε να εξαγγείλει το καινούργιο πρόγραμμα του, γιατί στις εκλογές της 5ης του Μάρτη ξαναπήρε την εξουσία ο Τσαλδάρης, με υπουργό των Οικονομικών τον Λοβέρδο.
Οι Λαϊκοί μόλις ανέβηκαν στην κυβέρνηση κάλεσαν τους ομολογιούχους να κάνουν αυτοψία στη χώρα μας για να αντιληφθούν την οικονομική της κατάσταση. Αυτοί όμως υπόδειξαν σαν αρμόδια την ΚΤΕ και η κυβέρνηση άρχισε τότε να παρακαλεί την Κοινωνία των Εθνών να 'ρθει μια δημοσιονομική επιτροπή. Τότε ο Καφαντάρης σε μια αγόρευση του για τον προϋπολογισμό του '33-'34 επιτέθηκε στην κυβέρνηση για την πρόσκληση δημοσιονομικής επιτροπής κι εξήγησε ότι την επέμβαση της ΚΤΕ δεν την ήθελε όχι από έλλειψη ευλάβειας στο θεσμό, αλλά γιατί «εξ επισήμων ανακοινώσεων και άλλων σχετικών στοιχείων είχε πεισθεί ότι ή ΚΤΕ δεν επείχε θέσιν τρίτου εις την υπόθεσιν των χρεών, άλλ' είχαν άμεσον και απροκάλυπτον είς αυτήν ενδιαφέρον στρεφόμενον υπέρ των ομολογιούχων». Πρότεινε δε να 'ρθει ή κυβέρνηση σε απευθείας συνεννόηση με τους ομολογιούχους και να τους πληρώσουμε με τα προϊόντα μας.
Τελικά, ή επιτροπή της ΚΤΕ ήρθε το Μάη και μετά τις έρευνές της έκανε σχετική έκθεση, στην όποια λέει ότι για να πληρώσει ή Ελλάδα πρέπει ν' αναπτύξει τις εξαγωγές και τα εμβάσματα και να ελαττώσει τις εισαγωγές της! Τον Ιούνη του 1933 συνήλθε στο Λονδίνο η δημοσιονομική επιτροπή για να εξετάσει την έκθεση και ν' ακούσει τον Λοβέρδο και τον Μάξιμο πού είχαν πάει κι αυτοί στο Λονδίνο για να υπερασπίσουν τα συμφέροντα της Ελλάδας και να πετύχουν μια συνεννόηση με τους ομολογιούχους. Αυτοί όμως αρνήθηκαν να συζητήσουν με τους Έλληνες αντιπροσώπους, ζητώντας 271/2% για το 1933-34 και 371/2% για τον άλλο χρόνο, ενώ η ελληνική κυβέρνηση πρόσφερε 221/2% και 271/2% (η διαφορά ήταν 600 εκατομμύρια δραχμές).
Η πρόταση να λύσει τη διαφορά ένας διαιτητής, απορρίφτηκε χωρίς συζήτηση και περιφρονητικά από τους ομολογιούχους. Τότε οι διαπραγματεύσεις σταμάτησαν και πάλι.
Στον Λοβέρδο και τον Μάξιμο η δημοσιονομική επιτροπή «σύστησε» να βάλουν καινούργιους φόρους για να πληρώσουν τους ξένους. Οι δυο υπουργοί αποχαιρέτησαν την επιτροπή με την υπόσχεση ότι θα εξασφαλίσουν τους τόκους των ομολογιούχων και μάλιστα ανάφεραν στην επιτροπή τι είδους και πόσους φόρους θα βάλουν στο λαό, για να το πετύχουν. Κι έτσι γύρισαν πίσω στην Ελλάδα αποφασισμένοι να εξευμενίσουν με κάθε μέσο τους κατόχους ομολογιών και τέτοιοι κάτοχοι -εν παρενθέσει- ήταν κι ο Λοβέρδος κι ο Μάξιμος.
«Ίσως επί του σημείου τούτου η στάσις της Ελλάδος θα έπρεπε να ήτο περισσότερον αποφασιστική...», γράφει ο Άγγελος Αγγελόπουλος, γιατί τον ίδιο καιρό οι Τούρκοι κι οι Γερμανοί αρνήθηκαν κάθε πληρωμή και οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις δεν διαμαρτυρήθηκαν καθόλου.
Δ. Η συμφωνία
Η καινούργια επαφή έγινε το Σεπτέμβρη του '33 κι οι διαπραγματεύσεις τράβηξαν πολύ καιρό. Αύτη ήταν ή κλασική τους μέθοδος. Κερδοσκοπούσαν στην αγορά μ' αυτό τον τρόπο και συγχρόνως μας εκβιάζανε τελικά να υποχωρήσουμε, γιατί αυτή ή εκκρεμότητα των συνεννοήσεων νέκρωνε την οικονομική ζωή της χώρας. Έτσι επαναλαμβάνεται η ιστορία του '97. Πάλι η πατρίδα μας βρίσκεται σε αγωνία περιμένοντας την απόφαση των εκμεταλλευτών της. Τότε η δημοσιονομική επιτροπή της ΚΤΕ, για να επηρεάσει τις συζητήσεις προς όφελος των ομολογιούχων και να εκβιάσει έτσι τη λύση δίνοντας ένα γερό όπλο στους τοκογλύφους και μια εύκολη δικαιολογία στον Λοβέρδο, δημοσίεψε μια έκθεση, με την οποία διαπιστώνει βελτίωση στη δημοσιονομική κατάσταση της Ελλάδας.
Με παρόμοιες πιέσεις, εκβιασμούς και παρασκηνιακές ενέργειες υπογράφτηκε, τέλος, το Νοέμβρη, μια συμφωνία για δυο χρόνια. Τα χρεολύσια αναστέλλονταν για δυο χρόνια κι από τους τόκους θα πληρώναμε 271/2% το 1933-34 και 33% το 1934-35. 0ι τόκοι μόνο του δανείου του 1898 θα πληρώνονταν στο ακέραιο. Η πληρωμή θα γινόταν με συνάλλαγμα του Λονδίνου ή της Νέας Υόρκης κι η ελληνική κυβέρνηση θα 'γραφε στον προϋπολογισμό της το σύνολο των τόκων, που θα το αντιδανειζόταν τάχα από το ΔΟΕ, καταθέτοντας του ίσο ποσό άτοκα γραμμάτια σε δραχμές. Ο Λοβέρδος, για να συγκεντρώσει το ποσοστό πού συμφώνησε, έβαλε σ' ενέργεια δεκάδες καινούργια φορολογικά νομοσχέδια, όλα σε βάρος του λαού, ενώ ο ίδιος, όπως ξεσκεπάστηκε τότε στις εφημερίδες, είχε επιχειρήσει να διαφύγει με διάφορους αθέμιτους τρόπους τη φορολογία.
Η συμφωνία πρόβλεπε καινούργιες διαπραγματεύσεις στις αρχές του 1935 για τα επόμενα χρόνια. Γι' αυτό και το Φλεβάρη πήγε στο Λονδίνο ο Πεσμαζόγλου, καινούργιο οικονομολογικό αστέρι της πλουτοκρατικής κλίκας. Πρόεδρος τότε του συμβουλίου των ομολογιούχων ήταν ο σερ ΄Οστεν Τσάμπερλεν, αδερφός του κατόπιν πρωθυπουργού Νέβιλ Τσάμπερλεν. Η πολιτική των δυο αδελφών είναι μια ατέλειωτη αλυσίδα από εξευτελισμούς και προδοσίες μικρών και μεγάλων λαών. Στο πρόσωπο τους, το εγγλέζικο χρηματιστικό κεφάλαιο είχε αποκτήσει τους χαρακτηριστικότερους εκπροσώπους του για μια ολόκληρη εποχή. Μόλις άρχισαν οι συνομιλίες, οι ομολογιούχοι ζήτησαν 50%. Ο Πεσμαζόγλου πρόσφερε 35%. Αυτοί, αρνήθηκαν κι έτσι οι διαπραγματεύσεις διακόπηκαν.
Η ελληνική κυβέρνηση -κάτω από τη λαϊκή πίεση- δήλωσε τότε στους ομολογιούχους ότι θα τους πλήρωνε τα τοκομερίδια τους πού έληγαν την 1η του Απρίλη, με ποσοστό 35%. Ο ΔΟΕ διαμαρτυρήθηκε αμέσως γιατί έτσι ή κυβέρνηση παραβίαζε το νόμο του 1898 και, καθώς τις είχε στο χέρι, κατακράτησε όλες τις υπέγγυες προσόδους υπολογίζοντας τόκους και χρεολύσια για όλα τα δάνεια πού ήταν κάτω από τον έλεγχο του. Συγχρόνως με τη διαμαρτυρία και το πραξικόπημα του ΔΟΕ, άρχισαν αλλεπάλληλα διπλωματικά διαβήματα από τις ενδιαφερόμενες κυβερνήσεις, ενώ το συμβούλιο των ομολογιούχων στο Λονδίνο λυσσασμένο σύσταινε στα μέλη του να μη δεχτούν να εισπράξουν το 35%. Έπεσαν όλοι πάνω στη φτωχή μας χώρα να την πνίξουν. Παρ΄ όλα αυτά, όμως, το 52% των ομολογιούχων έτρεξαν να εισπράξουν το 35% και για τα υπόλοιπα έχει ο θεός. Και πράγματι ο θεός των τοκογλύφων, ενσαρκωμένος στο πρόσωπο του Γκλίξμπουργκ, τους βοήθησε.
Ε. Έρχεται ο Γκλίξμπουργκ
Σ΄ όλο αυτό το διάστημα, άλλες κύριες ασχολίες του Λαϊκού Κόμματος ήταν οι επιστημονικές καλπονοθεύσεις και η συστηματική ρουσφετολογία. Πάνω στο δημόσιο ταμείο είχαν ριχτεί μ΄ άγριες διαθέσεις οι φίλοι του κόμματος, που τόσα χρόνια είχαν μείνει μακριά από την εξουσία. Ο Τσαλδάρης, περισσότερο κατάλληλος για δικολάβος παρά για αρχηγός κόμματος, ξόδευε όλη την, όχι και τόσο πληθωρική, ζωτικότητά του σε επιφυλάξεις, σοφίσματα και σε διάφορου συνδυασμούς που σοφιζόταν για ν' αντιμετωπίσει, την αντιπολίτευση και τις γκρίνιες των φίλων του πού τρώγονταν σαν τα σκυλιά.
Οι αντιθέσεις ανάμεσα στα δύο αστοτσιφλκικάδικα μπλοκ οξύνονται και παίρνουν τη μορφή ανοιχτής ένοπλης σύγκρουσης το Μάρτη του '35. Το «αντιβενιζελικό» κράτος – εφεύρεση του Μεταξά – παρόλη την τρομοκρατία που ξαπόλυσε όταν επιβλήθηκε, δεν κατάφερε να πνίξει το λαϊκό κίνημα.
Οι εκλογές του Ιούνη του '35 φανερώνουν ότι οι λαϊκές μάζες αρχίζουν να χειραφετούνται πια από την επιρροή των πλουτοκρατικών κομμάτων και να προσανατολίζονται προς τ΄ αριστερά. Η κατάσταση αυτή αρχίζει να καταντάει αρκετά επικίνδυνη για την ντόπια πλουτοκρατία και πολύ επιζήμια για τους ξένους κεφαλαιούχους, που θα επιθυμούσαν να ασχολιέται ο ελληνικός λαός με τα «ειρηνικά» του έργα και να μην καταγίνεται τόσο πολύ στην πολιτική. Και τότε όλοι οι αντιδραστικοί πλουτοκρατικοί κύκλοι του εσωτερικού και του εξωτερικού, με πρώτη την Εθνοτράπεζα, με τις συμβουλές και την έγκριση του Βενιζέλου, με την ανοχή των ψευτοδημοκρατικών κομμάτων και με τις ευλογίες και τα χειροκροτήματα των ομολογιούχων, άρχισαν να κηρύχνουν την πολιτική της «συμφιλίωσης».
Όργανο για την πραγματοποίησή της θα ΄ταν ο δεύτερος Γεώργιος Γκλίξμπουργκ, που τον τάιζε δώδεκα ολόκληρα χρόνια ο Χάμπρο. Φτάνει να 'ρχόταν ο βασιλιάς για να αγαπηθούν βενιζελικοί και αντιβενιζελικοί και να ζήσει ο λαός ευτυχισμένος.
Επειδή, όμως, ο λαός με μια μεγαλειώδη συγκέντρωση των αντιφασιστικών δημοκρατικών του δυνάμεων έδειξε την ακλόνητη διάθεσή του να υπερασπίσει τις δημοκρατικές του ελευθερίες, ανάλαβε να κανονίσει τα περαιτέρω αυτοχειροτονηθείς σε αντιβασιλιά Γ. Κονδύλης, με το διαβόητο δημοψήφισμα που οργάνωσε το Νοέμβρη του '35.
Κι έτσι η Ελλάδα απόχτησε πάλι βασιλιά και σε λίγο και «εθνικό» κυβερνήτη, οι ομολογιούχοι εξασφάλισαν, όπως θα δούμε, το ποσοστό που ζητούσαν και τον ελληνικό λαό ανάλαβε να τον επαναφέρει στα ειρηνικά του έργα ο Μανιαδάκης. [...]
(Νίκος Μπελογιάννης, Η πτώχευση της Ελλάδας το 1932.Απόσπασμα από το βιβλίο του Νίκου Μπελογιάννη Το ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδααπό τις εκδόσεις Άγρα (2010).
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

"Σκέφτομαι πως αυτά τα τρία συστατικά πρέπει νά 'χει η ζωή: το μεγάλο, το ωραίο και το συγκλονιστικό. Το μεγάλο είναι να βρίσκεσαι μέσα στην πάλη για μια καλύτερη ζωή. Όποιος δεν το κάνει αυτό, σέρνεται πίσω απ' τη ζωή. Το ωραίο είναι κάθε τι που στολίζει τη ζωή. Η μουσική, τα λουλούδια, η ποίηση. Το συγκλονιστικό είναι η αγάπη..." Νίκος Μπελογιάννης

Παρασκευή 27 Απριλίου 2012

Η CATASTROIKA αναζητά τις συνέπειες από την ολοκληρωτική εκποίηση μιας χώρας

Παρακολουθήστε το ντοκιμαντέρ KATASTROIKA
και δια δώστε το να το δουν όσον το δυνατόν περισσότεροι 

Οι δημιουργοί του Debtocracy, του ντοκιμαντέρ που είδαν τουλάχιστον δύο εκ. άνθρωποι, επιστρέφουν με μια νέα παραγωγή.

Η CATASTROIKA αναζητά τις συνέπειες από την ολοκληρωτική εκποίηση μιας χώρας. Εξετάζοντας παραδείγματα ιδιωτικοποιήσεων και απορρύθμισης στις πιο αναπτυγμένες χώρες της Δύσης προσπαθεί να προβλέψει τι θα συμβεί αν το ίδιο μοντέλο εφαρμοστεί σε μία χώρα υπό καθεστώς επιτήρησης. 



*από το: http://www.leonidion.gr/

Υπερχρεωμένο ελληνικό χωριό στην ....Ουγγαρία


Κόσμος Υπερχρεωμένο ελληνικό χωριό στην ....Ουγγαρία

Πρόκειται για το χωριό «Μπελογιάννης», όπου αρμόζει η λαϊκή ρήση που λέμε στην Ελλάδα «Τι είχες Γιάννη, τι είχα πάντα»!
Στο συγκεκριμένο χωριό κατοικούν Έλληνες μετανάστες από το 1950. Ωστόσο, το χωριό «Μπελογιάννης» έχει γίνει γνωστό σε όλη την Ουγγαρία, καθώς ο Τύπος έχει σχολιάσει αρνητικά αρκετές φορές την κατάσταση που επικρατεί. Μάλιστα, σε δημοσίευμα αναφέρεται ότι οι Έλληνες έφεραν τα έθιμά τους στο χωριό, αφού ο Δήμος έχει χρέος 61 εκατομμύρια ουγγρικά φιορίνια (περίπου 200.000 ευρώ)!
Και το καλύτερο από όλα; Οι δύο Έλληνες δήμαρχοι πετούν την μπάλα ο ένας στον άλλο για το ποιος ευθύνεται για τα  χρέη.

(Πηγή: newsbomb.gr)

Πέμπτη 1 Μαρτίου 2012

Σαν σήμερα καταδικάστηκε σε θάνατο ο Νίκος Μπελογιάννης και οι σύντροφοί του...





Σήμερα το στρατόπεδο σωπαίνει.
Σήμερα ο ήλιος τρέμει αγκιστρωμένος στη σιωπή
όπως τρέμει το σακάκι του σκοτωμένου στο συρματόπλεγμα.
Σήμερα ο κόσμος είναι λυπημένος.
Ξεκρέμασαν μια μεγάλη καμπάνα και την ακούμπησαν στη γη.
Μες στο χαλκό της καρδιοχτυπά η ειρήνη.
Σιωπή. Ακούστε τούτη την καμπάνα.
Σιωπή. Οι λαοί περνούν σηκώνοντας στους ώμους τους το μέγα φέρετρο του Μπελογιάννη.

__________________

Τετάρτη 29 Φεβρουαρίου 2012

Νίκος Μπελογιάννης - «Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΕ ΤΟ ΓΑΡΥΦΑΛΛΟ».



ΝΙΚΟΣ ΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ
**Στην ιστορία αυτού του τόπου υπήρξαν πολλά παραδείγματα ηρωισμού και αυτοθυσίας, από ανθρώπους που αφιέρωσαν όλη τους τη ζωή, αλλά και πέθαναν για κάποια πανανθρώπινα ιδανικά όπως η λευτεριά, η ειρήνη, η ανεξαρτησία και η δημοκρατία.
Είναι επίσης γνωστό ότι οι κομμουνιστές έχουν γράψει τις πιο λαμπρές σελίδες της ιστορίας αυτού του τόπου, υπερασπιζόμενοι αυτά τα ιδανικά. Οι θυσίες τους ήταν τεράστιες και αμέτρητες.
Ανάμεσα στα ονόματα των χιλιάδων αγωνιστών που έρχονται στο νου μας, ξεχωρίζει η αθάνατη μορφή του Νίκου Μπελογιάννη. Είναι ο φλογερός επαναστάτης που δε λύγισε ούτε μια στιγμή στη σύντομη, αλλά τόσο πλούσια σε αγώνες ζωή του. Είναι ένας από τους ανθρώπους που δε λύγισαν μπροστά σε φυλακές, εξορίες και βασανιστήρια.
Είναι ένας επαναστάτης που δε δίστασε να προσφέρει απλόχερα την ίδια του τη ζωή για να ζήσουν οι επόμενες γενιές ελεύθερα και ειρηνικότερα.


Ο Νίκος Μπελογιάννης γεννήθηκε στην Αμαλιάδα στα τέλη του 1915.
Από τα εφηβικά του χρόνια οι προοδευτικές ιδέες και τα σοσιαλιστικά ιδανικά σημάδεψαν τον τρόπο σκέψης του. Με δικιά του πρωτοβουλία έγιναν στο γυμνάσιό του δύο μαθητικές απεργίες. Μετά την αποφοίτησή του από το γυμνάσιο το 1932 ξεκινάει τις σπουδές του στη Νομική της Αθήνας αλλά θα αναγκαστεί να τις εγκαταλείψει λίγο αργότερα όταν θα διωχθεί για την πολιτική του δράση.
Το 1932 γίνεται μέλος της ΟΚΝΕ (Ομοσπονδία Κομμουνιστικών Νεολαίων Ελλάδας) και το 1934 μέλος του ΚΚΕ. Το 1935 εκλέγεται γραμματέας της κομματικής οργάνωσης Αμαλιάδας. Με τη δικιά του καταλυτική συμμετοχή ξεσπούν στην πόλη διαμαρτυρίες των σταφιδοπαραγωγών και απεργίες. Το λαϊκό κίνημα φουντώνει.

Το Μάρτη του 1936 ο Μπελογιάννης συλλαμβάνεται ως υπαίτιος της οργάνωσης της απεργίας στην Αμαλιάδα και χωρίς δίκη εξορίζεται στην Ίο για ένα χρόνο. Το Μάη του ίδιου χρόνου θα καταδικαστεί ερήμην σε δύο χρόνια φυλάκιση. Τότε θα αποβληθεί για πάντα και από το Πανεπιστήμιο. Τον Ιούνη του 1936 ασκεί έφεση στην απόφαση και επιστρέφει στην πόλη του.
Είναι η εποχή που οι κομμουνιστικές ιδέες έχουν μεγάλη επίδραση στον ελληνικό λαό και το κίνημα αναπτύσσεται με γοργούς ρυθμούς. Οι έλληνες εργάτες και αγρότες ξεχύνονται στους δρόμους και ζητούν τα δίκια τους. Είναι ο Μάης του ’36 στη Θεσσαλονίκη που ο λαός θα δείξει τη δύναμή του. Σύντομα, όμως, θα οδηγηθούμε στο φασιστικό πραξικόπημα της 4ης Αυγούστου του ’36. Χιλιάδες κομμουνιστές και προοδευτικοί, μέλη και φίλοι του ΚΚΕ ρίχνονται στις φυλακές και τις εξορίες. Στα νησιά του Αιγαίου φτιάχνονται κάτεργα για τους αγωνιστές. Την περίοδο αυτή ψηφίζεται ο Αναγκαστικός Νόμος 375 του 1936 περί κατασκοπείας, σύμφωνα με τον οποίο, ακόμα και σε ειρηνική περίοδο, μπορεί να καταδικαστεί κάποιος από στρατοδικείο ακόμα και σε θάνατο, για τις πολιτικές του πεποιθήσεις, με το πρόσχημα της κατασκοπείας.
Το ΚΚΕ στις δύσκολες αυτές συνθήκες παρανομίας συνεχίζει τον αγώνα του ενάντια στο φασισμό και τον επικείμενο πόλεμο. Ο Μπελογιάννης τότε δραστηριοποιούνταν στην Πάτρα. Το Δεκέμβρη του 1936, στη στρατιωτική του θητεία, συλλαμβάνεται και πάλι για την πολιτική του δράση μέσα στο στρατό. Στη σύλληψη αυτή υφίσταται ξυλοδαρμούς και απάνθρωπα βασανιστήρια, που όμως δεν τον λύγισαν και δεν κατάφεραν να του αποσπάσουν ομολογία. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα, η κομματική οργάνωση των στρατευμένων της Πάτρας να μη διαλυθεί και να συνεχίσει τη δράση της. Ο Μπελογιάννης καταδικάζεται σε τρεις μήνες φυλάκιση και έξι μήνες εξορία.
Τον Ιούνη του 1937 ξαναγυρνά στην Πάτρα και αναλαμβάνει την αρχηγία της περιφερειακής διοίκησης του κόμματος.
Το Μάη του 1938, συλλαμβάνεται ξανά και καταδικάζεται σε 5 χρόνια φυλάκιση και 2 χρόνια εξορία. Μεταφέρεται στις φυλακές της Αίγινας, όπου υφίσταται φριχτά βασανιστήρια. Πολλοί αναγκάζονται να υπογράψουν δηλώσεις μετάνοιας. Οι πολιτικοί κρατούμενοι της Αίγινας έλεγαν πως ο Μπελογιάννης ήταν ο άνθρωπος που τους βοηθούσε να ξεπεράσουν τις δυσκολίες, τους έδινε κουράγιο και ενέπνεε εμπιστοσύνη.
Στη συνέχεια μεταφέρεται στις φυλακές Ακροναυπλίου. Η ιταλική επίθεση και η φασιστική εισβολή των Γερμανών τον βρίσκει εκεί. Μαζί με τους υπόλοιπους πολιτικούς κρατούμενους της φυλακής ζητά να ελευθερωθούν για να υπερασπιστούν την πατρίδα. Το ίδιο κάνουν κι άλλοι πολιτικοί κρατούμενοι. Η κυβέρνηση όμως αρνείται. Έτσι μετά τη συνθηκολόγηση και την παράδοση της χώρας στους Γερμανούς, τον Απρίλη του 1941, περίπου 2000 κομμουνιστές κρατούμενοι από τη δικτατορία παραδίδονται στους κατακτητές. Το φθινόπωρο του ίδιου χρόνου ο Μπελογιάννης μαζί με άλλους πολιτικούς κρατούμενους μεταφέρεται σε στρατόπεδα συγκέντρωσης της Αιτωλοακαρνανίας που βρίσκονται υπό την επιτήρηση των ιταλών φασιστών. Νέες δοκιμασίες και βασανιστήρια περίμεναν το μεγάλο αγωνιστή. Ούτε μια στιγμή όμως δε χάνει το θάρρος του. Όταν την άνοιξη του 1943 αρρωσταίνει, μεταφέρεται για νοσηλεία στην Αθήνα και αρχίζει να οργανώνει την απόδρασή του.
Λίγους μήνες μετά δραπετεύει και εντάσσεται στις γραμμές του ΕΛΑΣ Πελοποννήσου ως καπετάνιος. Η δράση του και στο στρατιωτικό πεδίο είναι καταπληκτική. Η καταστροφή της γερμανικής βάσης στα Βουρλά, η κατάληψη της Καλαμάτας, της Σπάρτης και της Τρίπολης, το φθινόπωρο του 1944, οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στην οργανωτικότητα του Βελουχιώτη και του Μπελογιάννη.
Μετά την απελευθέρωση της χώρας από τους Γερμανούς γίνεται υπεύθυνος του τμήματος διαφώτισης του ΚΚΕ στην Πελοπόννησο. Στον «εμφύλιο» γίνεται πολιτικός επίτροπος της 10ης Μεραρχίας του ΔΣΕ. Τον Αύγουστο του 1948, στις μάχες του Γράμμου, ο Μπελογιάννης τραυματίζεται αλλά παραμένει στη θέση του ενθαρρύνοντας τους συντρόφους του.
Με την οριστική διευθέτηση μεταξύ Αγγλίας και ΗΠΑ για το ζήτημα της Ελλάδας και την άμεση ανάμιξη των Αμερικάνων στα εσωτερικά της χώρας, η τρομοκρατία γίνεται καθημερινό φαινόμενο. Οι Αμερικανοί δίνουν αμέριστη βοήθεια στην ξενόδουλη ελληνική κυβέρνηση για να εξαλείψουν το αντάρτικο. Έτσι τον Αύγουστο του 1949 ο ΔΣΕ αναγκάζεται να σταματήσει τον ένοπλο αγώνα. Μια τελευταία αποστολή ιδιαίτερα επικίνδυνη ανατίθεται τότε το Μπελογιάννη. Τον Οκτώβρη του 1949 πραγματοποιεί «απομακρυσμένη» επίθεση στη Θεσσαλία, με μερικά αποσπάσματα του ΔΣΕ, σαν αντιπερισπασμό, ώστε οι υπόλοιποι αντάρτες που είχαν εγκλωβιστεί στη Μακεδονία να διαφύγουν για τις χώρες του ανατολικού μπλοκ. Η επιχείρηση στέφεται με επιτυχία και διασώζονται πολύ αγωνιστές. Ο Μπελογιάννης θα φύγει με το τελευταίο απόσπασμα αφού σιγουρευτεί πως όλοι οι άλλοι είναι ασφαλείς. Έτσι, μετά τη λήξη του αντάρτικου, ο Μπελογιάννης όπως και χιλιάδες άλλοι αγωνιστές βρίσκονται στις σοσιαλιστικές χώρες. Σύντομα γίνεται και μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ.
Με το τέλος του αντάρτικου, νέα βάσανα περιμένουν τον ελληνικό λαό. Η αστική τάξη, με την αμέριστη βοήθεια των Αμερικάνων, αποφασίζει να φτιάξει έναν τεράστιο στρατό και ένα παντοδύναμο κατασταλτικό μηχανισμό για να αρχίσει ένα νέο κύμα τρομοκράτησης του λαού, ώστε να εδραιώσει την εξουσία της. Οι διωγμοί που δέχονται την περίοδο αυτή οι έλληνες αγωνιστές ξεπερνούν κι αυτούς που δέχθηκαν λίγα χρόνια πριν από τους Γερμανούς ναζί. Τα δικαστήρια, σε καθημερινή βάση και με κατασκευασμένες κατηγορίες, στέλνουν στις φυλακές και την εξορία όλους εκείνους που αντιστάθηκαν στη ναζιστική κατοχή, ενώ απ’ την άλλη δίνουν άφεση αμαρτιών στους ταγματασφαλίτες και τους συνεργάτες των χιτλερικών.
Παρά την τραγική αυτή κατάσταση, η Αριστερά κατορθώνει στις εκλογές του Μάρτη του 1950 να μπει στη Βουλή με το συνδυασμό «Δημοκρατική Παράταξη» και να εκλέξει πάρ’ όλη τη βία που ασκείται, 22 βουλευτές. Έτσι, σε πείσμα όλων των διωγμών που υφίσταται ο αριστερός κόσμος στην Ελλάδα, αρχίζει να διαφαίνεται μια ελπίδα για νόμιμη δράση. Αυτό βέβαια δεν θα ήθελαν να συμβεί σε καμιά περίπτωση οι Αμερικάνοι και τα τσιράκια τους. Το γεγονός είχε επισημανθεί από την υπηρεσία δίωξης του κομμουνισμού και άρχισαν να λαμβάνουν τα μέτρα τους.
Τον Ιούνη του 1950 ο Μπελογιάννης επιστρέφει στην Ελλάδα, με εντολή από το κόμμα να αναλάβει (σε συνεργασία με το Νίκο Πλουμπίδη) την ανασυγκρότηση και την οργάνωση του παράνομου μηχανισμού του ΚΚΕ στην Αθήνα.
Όμως τον ίδιο χρόνο, στις 20 Δεκέμβρη, συλλαμβάνεται. Μαζί του συλλαμβάνεται η Έλλη Ιωαννίδου και πολλοί άλλοι σύντροφοί του. Η σύλληψή τους ανακοινώνεται επίσημα από την Ασφάλεια μισό μήνα αργότερα στις 5 Γενάρη του 1951. Επί 9 μήνες οι δήμιοι της ελληνικής αστυνομίας βασανίζουν, το Μπελογιάννη και τους άλλους κομμουνιστές με στόχο να τους αποσπάσουν ομολογίες ώστε να παρουσιάσουν το ΚΚΕ σαν ένα «συνωμοτικό μηχανισμό, εχθρικό προς το έθνος». Το θάρρος και η σταθερότητα του Μπελογιάννη και των συντρόφων του θα καταπλήξουν τους οργανωτές αυτής της σκηνοθεσίας.
Στις 19 Οκτώβρη του 1951 αρχίζει η δίκη του Μπελογιάννη στο στρατοδικείο της Αθήνας. Η κατηγορία βασίζεται στον Αναγκαστικό Νόμο 509/1947. Με το νόμο αυτό που ψηφίστηκε στα τέλη του 1947 το ΚΚΕ θεωρήθηκε παράνομο, προδοτικό και ξενοκίνητο κόμμα που δρούσε ενάντια στην εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας.
Ο συνολικός αριθμός των κατηγορουμένων είναι 93. Ανάμεσά τους η Έλλη Ιωαννίδου, ο δημοσιογράφος Στάθης Δρομάζος, ο Στέργιος Γραμμένος, κ.α.. Πρόεδρος των στρατοδικών είναι ο αντισυνταγματάρχης Ανδρέας Σταυρόπουλος γνωστό κάθαρμα και στιγματισμένος φασίστας. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Σταυρόπουλος είχε αποστρατευθεί από τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου και δεν μπορούσε να συμμετέχει σε δικαστήριο, πόσο μάλλον να τεθεί επικεφαλής. Η κυβέρνηση Πλαστήρα όμως τον επανέφερε στην ενεργό δράση με διάταγμα που μάλιστα είχε και ημερομηνία 29 Οκτώβρη του 1951 αρκετές μέρες δηλαδή μετά την έναρξη της δίκης. Αυτός όμως δίκαζε από την 19η του Οκτώβρη. Αναφέρουμε το περιστατικό μόνο για να καταδείξουμε την ασυδοσία που βασίλευε στη πολιτική ζωή του τόπου την εποχή εκείνη, καθώς και τις σοβαρές ευθύνες της κυβέρνησης Πλαστήρα, αφού κάποιοι προσπάθησαν να μετριάσουν τις ευθύνες της για την υπόθεση.
Μαζί με το Σταυρόπουλο ήταν και ο στρατοδίκης Κομιανός και ο γνωστός από τα επόμενα χρόνια, ταγματάρχης τότε, Γεώργιος Παπαδόπουλος. Ο Παπαδόπουλος ήταν μέλος του ΙΔΕΑ. Ο ΙΔΕΑ (Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών) ήταν μια φασιστική οργάνωση του στρατού με άμεσες διασυνδέσεις με τους Αμερικανούς. Ουσιαστικά δημιουργήθηκε από τη CIA με τις ευλογίες του διαβόητου ελληνοαμερικάνου πράκτορα του πενταγώνου Τομ Καραμπεσίνη και του προκλητικότατου αμερικανού πρεσβευτή Πιουριφόι. Ένας από τους στόχους των αμερικανών την εποχή εκείνη είναι να αναδείξουν στην πρωθυπουργία το γνήσιο συντηρητικό εκπρόσωπό τους, το στρατηγό Παπάγο.
Η παρουσία του Παπαδόπουλου στη δίκη έχει να κάνει με το ότι υπήρχε ο κίνδυνος αναβολής, λόγω πιέσεων που δεχόταν η κυβέρνηση. Επίσης ο Παπαδόπουλος θα επεδίωκε να επιτευχθεί η θανατική ποινή σε όσο το δυνατό περισσότερους κατηγορούμενους. Ας έχουμε υπόψη ότι την περίοδο της κράτησης του Μπελογιάννη υπήρξε διεθνής καμπάνια για την κατάργηση των στρατοδικείων στην Ελλάδα. Μετά τη νίκη του συνασπισμού Πλαστήρα – Βενιζέλου στις εκλογές του Σεπτέμβρη του 1951 παρ’ όλες τις μεθοδεύσεις για ανάδειξη του Παπάγου, οι Αμερικάνοι και ο ΙΔΕΑ εντείνουν τις πιέσεις με στόχο την έναρξη της δίκης πριν τη συγκρότηση της κυβέρνησης. Κι αυτό γιατί ο Πλαστήρας είχε υποσχεθεί την κατάργηση των έκτακτων στρατοδικείων.
Τελικά οι αμερικάνοι τα καταφέρνουν αφού η δίκη ξεκίνησε 8 μέρες πριν την ορκωμοσία της νέας κυβέρνηση. Μια άλλη σοβαρή παρέμβαση των αμερικάνων έγινε όταν προσπάθησαν με προβοκατόρικα μέσα να αποδείξουν ότι ο Πλαστήρας είχε στείλει μυστικό γράμμα στο Ζαχαριάδη, προτείνοντας τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ, αφού δοθεί αμνηστία στους φυλακισμένους και εξορισμένους. Φυσικά το γράμμα ήταν κατασκευασμένο απ’ τους ίδιους του Αμερικάνους, αλλά έτσι εκβίαζαν τον Πλαστήρα να υποταχθεί στα σχέδιά τους. Πιέσεις όμως ασκούν οι Αμερικάνοι και στο βασιλιά Παύλο. Ο υπουργός εξωτερικών Άτσεσον λίγες μέρες μετά την εκλογή του Πλαστήρα θα απορήσει με τη στάση του βασιλιά που ανέχεται τον «κομμουνιστή Πλαστήρα». Βέβαια οι Αμερικανοί ξέρουν πολύ καλά το ποιόν του Πλαστήρα, αλλά με τη στάση αυτή τον εκβιάζουν να μην παρεκκλίνει από την πολιτική που αυτοί ήθελαν να επιβάλουν στην Ελλάδα. Έτσι κι αλλιώς η αναβολή της δίκης που επεδίωκε ο Πλαστήρας ήταν για λόγους τακτικής και όχι για λόγους που έχουν να κάνουν με τον εκδημοκρατισμό της χώρας. Ας σημειωθεί ότι εκείνη την περίοδο συνεδρίαζε ο ΟΗΕ και υπήρχε ελληνική αντιπροσωπεία που δεχόταν σκληρή κριτική από τις σοσιαλιστικές χώρες σχετικά με τα έκτακτα στρατοδικεία και τους διωγμούς των κομμουνιστών. Ταυτόχρονα είχε δημιουργηθεί ένα παγκόσμιο κλίμα αλληλεγγύης στους κατηγορούμενους και το Μπελογιάννη και καταδίκης της τρομοκρατίας που απλώθηκε στην Ελλάδα.Μάταια όμως.
Ακόμα και σε μια προσπάθεια του νέου υπουργού δικαιοσύνης Δημ. Παπασπύρου να διακοπεί η δίκη και να παραπεμφθεί σε πενταμελές εφετείο (περισσότερο λόγω των εξωτερικών πιέσεων), ο πρόεδρος του στρατοδικείου Σταυρόπουλος διαφωνεί δηλώνοντας με πομπώδη τρόπο τα εξής: «Εφόσον είμαι πρόεδρος του στρατοδικείου δεν πρόκειται να διακόψω τη δίκη. Έχω μίαν παράδοσιν οικογενειακήν και προσωπικήν εις τον στρατόν. Αλλά, αν εσείς, κύριε υπουργέ, με βεβαιώνετε ότι δια της διακοπής της δίκης θα προκύψη εθνική ωφελιμότης, είμαι πρόθυμος να αυτοκτονήσω δια να σας δώσω την λύσιν που θέλετε». Πίσω απ’ τη στάση αυτή του προέδρου βρισκόταν ο ΙΔΕΑ που γνωρίζοντας τους δισταγμούς της κυβέρνησης και είχε προειδοποιήσει το Σταυρόπουλο να αντισταθεί πάση θυσία στην υπουργική απόφαση. Μέσα σ’ αυτό το κλίμα πιέσεων, εκβιασμών και τρομοκρατίας διεξάγεται και η δίκη του Μπελογιάννη. Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρουμε μερικά χαρακτηριστικά σημεία της δίκης που αναδεικνύουν το χαμηλό επίπεδο των κατηγόρων, αλλά και τη θαρραλέα και ακλόνητη στάση του Μπελογιάννη. Σε κάποιο διάλογο του Μπελογιάννη με έναν από τους βασικούς κατηγόρους του, τον αστυνομικό Αγγελόπουλο ειπώθηκαν τα εξής:
ΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ: Ισχυρίζεστε ότι ήρθα εδώ για να εφαρμόσω τις αποφάσεις των ολομελειών της ΚΕ του ΚΚΕ;
ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Μάλιστα.
ΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ: Οι αποφάσεις αυτές λένε, ότι βάση της δράσης του ΚΚΕ είναι ο αγώνας για το ψωμί, τις δημοκρατικές ελευθερίες, την ειρήνη. Έτσι δεν είναι;ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Έτσι.ΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ:Επομένως, ο αγώνας για το ψωμί, τις δημοκρατικές ελευθερίες και την ειρήνη είναι συνομωσία κατά της Ελλάδας;
ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι.
ΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ: Ευχαριστώ. αυτό μονάχα ήθελα να διευκρινίσω.
Όπως είναι ευνόητο η απάντηση του αστυνομικού προκάλεσε αίσθηση στο ακροατήριο. Ο αστυνομικός ταράχθηκε ενώ οι συνάδελφοί του τον αποκαλούσαν φωναχτά βλάκα και χαζό. Σε άλλη ερώτηση του συνηγόρου του Μπελογιάννη στον αστυνομικό Χρονόπουλο ειπώθηκε το εξής ανεκδιήγητο:ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Από πού ξέρετε ότι οι κατηγορούμενοι είναι κομμουνιστές; ΧΡΟΝΟΠΟΥΛΟΣ: Μα… αφού είναι κρατούμενοι. Υπήρχαν πάρα πολλές τέτοιες βλακώδεις «αποδείξεις» και καταθέσεις από τους μάρτυρες κατηγορίας που ήταν σχεδόν όλοι τους αστυνομικοί και εντελώς άσχετοι με την υπόθεση.
Στην απολογία του ο Μπελογιάννης με θάρρος και χωρίς περιστροφές υπερασπίστηκε τις ιδέες του και η δίκη εξελίχθηκε σε δριμύ κατηγορώ προς το αντιδραστικό καθεστώς. Οι όροι αντιστρέφονται και ο κατηγορούμενος γίνεται κατήγορος.
«Είμαι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και ακριβώς για την ιδιότητά μου αυτή δικάζομαι, γιατί το κόμμα μου παλεύει και χαράζει το δρόμο της Ειρήνης, της Ανεξαρτησίας και της Ελευθερίας. Στο πρόσωπό μου δικάζεται η πολιτική του ΚΚΕ.»
Και συνεχίζει:
«Μια παράταξη, μια πολιτική ομάδα επιδιώκει να αναγκάσει την άλλη πολιτική ομάδα να απαρνηθεί τις ιδέες της, να παραδοθεί μπροστά στον κίνδυνο, να αποκηρύξει τις πεποιθήσεις της. …Εάν έκανα δήλωση αποκήρυξης θα αθωωνόμουνα κατά πάσα πιθανότητα μετά μεγάλων τιμών… Αλλά η ζωή μου συνδέεται με την ιστορία του ΚΚΕ και τη δράση του… Δεκάδες φορές μπήκε μπροστά μου το δίλημμα: να ζω προδίδοντας τις πεποιθήσεις μου, την ιδεολογία μου, είτε να πεθάνω, παραμένοντας πιστός σ’ αυτές. Πάντοτε προτίμησα το δεύτερο δρόμο και σήμερα τον ξαναδιαλέγω.»
Ο Μπελογιάννης στην απολογία του ξεσκέπασε όλες τις σκευωρίες και απάντησε στις συκοφαντίες. Κάθε κατηγορία που του αποδίδονταν την επέστρεφε στα κεφάλια των κατηγόρων του. Μίλησε για τον πατριωτικό χαρακτήρα του ΚΚΕ σε αντίθεση με το ξενόδουλο καθεστώτος. Μίλησε για τις θυσίες των αγωνιστών του στα βουνά της Ελλάδας τις μέρες της κατοχής.
Εντυπωσιακό είναι το σημείο της απολογίας, όπου ο Μπελογιάννης καταρρίπτει τις κατηγορίες σχετικά με το ότι το ΚΚΕ είναι ξενοκίνητο:
«Θα έλεγα ότι "δε μιλάνε για σχοινί στο σπίτι του κρεμασμένου", γιατί ο κόσμος το 'χει τούμπανο τι ρόλο παίζουν οι Αμερικανοί στην Ελλάδα. Και εδώ μέσα αποδείχτηκε ο ρόλος τους, ακόμη και στις ανακρίσεις της Ασφάλειας. Οι κομμουνιστές δεν είναι όργανα των ξένων. Ο κομμουνισμός είναι πανανθρώπινο ιδανικό και παγκόσμιο κίνημα. Ξεκίνησε μια φούχτα τον καιρό του Μαρξ, έφτασε σήμερα τα 800 εκατομμύρια και αύριο θα απλωθεί σε όλον τον κόσμο. Μπορεί ποτέ όργανα των ξένων να δημιουργήσουν ένα τέτοιο μεγαλειώδες κίνημα; Ποιος ξένος πράκτορας δίνει με τέτοια απλοχεριά τη ζωή του, όπως τη δίνουν χιλιάδες κομμουνιστές; Οι θυσίες αυτές μόνο με τις θυσίες των πρώτων χριστιανών μπορεί να συγκριθούν. Αλλά και πάλι υπάρχει μια διαφορά, ότι ενώ οι χριστιανοί δέχονταν το μαρτύριο και το θάνατο, ελπίζοντας να κληρονομήσουν τη βασιλεία των ουρανών, οι κομμουνιστές δίνουν τη ζωή τους μην ελπίζοντας σε τίποτα. Τη δίνουν για ν' ανατείλει στην ανθρωπότητα ένα καλύτερο, ευτυχισμένο αύριο, που αυτοί δε θα το ζήσουν. Ποιο όργανο των ξένων μπορεί να προσφέρει τη ζωή του σ' έναν τέτοιο μεγάλο σκοπό;».
Ο λόγος του αφήνει άφωνη την ασφυκτικά γεμάτη αίθουσα του δικαστηρίου και τελειώνει ως εξής:
«Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας έχει στο λαό βαθιές ρίζες. Συνδέεται μαζί του με ακατάλυτους δεσμούς αίματος και δεν μπορεί κανείς να το εξοντώσει ούτε με στρατοδικεία, ούτε με εκτελεστικά αποσπάσματα. Ο στόχος μας ήταν και είναι να προστατέψουμε τα συμφέροντα του λαού και της χώρας μας….»
«Τα δικαστήριά σας είναι δικαστήρια σκοπιμότητας. Γι’ αυτό δε ζητώ την επιείκειά σας. Αντικρίζω την καταδικαστική σας απόφαση με περηφάνια και ηρεμία. Με το κεφάλι ψηλά θα σταθώ μπροστά στο εκτελεστικό σας απόσπασμα. Αλλά είμαι σίγουρος πως θα ‘ρθει η μέρα, που οι ίδιοι δικαστές που τώρα με δικάζουν, θα ζητήσουν χάρη απ’ τον ελληνικό λαό. Δεν έχω άλλο τίποτε να πω.»
Ο Μπελογιάννης ξανακάθισε στη θέση του. Μια από τις κατηγορούμενες τού πρόσφερε ένα γαρύφαλλο. Το πρόσωπο του Μπελογιάννη φωτίστηκε και χαμογέλασε. Αυτή την εικόνα, αμέσως μετά την απολογία, απέδωσε στο πασίγνωστο σκίτσο του ο Πάμπλο Πικάσο. Το κόκκινο γαρύφαλλο θα γίνει σύμβολο πάλης του ελληνικού λαού στους κατοπινούς αγώνες.
Ο επιφανής άγγλος δικηγόρος Λεφλέρ που παρακολούθησε τη δίκη σαν παρατηρητής θα δηλώσει αργότερα: «Στη δίκη αυτή πιο γρήγορα δικάζουν τις ιδέες, παρά τους ανθρώπους για τη δράση τους».
Το πρωί της 16ης Νοέμβρη του 1951 το στρατοδικείο βγάζει την απόφαση. Ο Μπελογιάννης μαζί με άλλους 11 καταδικάζονται σε θάνατο. Τα ονόματα των υπολοίπων ήταν: Έλλή Ιωαννίδου - Παπά, Θεοδώρα Γεωργιάδου, Αφροδίτη Μανιάτη, Καλλιόπη Παπαδοπούλου, Λίζα Κότου, Στάθης Δρομάζος, Στέργιος Γραμμένος, Δημήτρης Καλοφωλιάς, Δημήτρης Κανελλόπουλος, Αθανάσιος Κανελλόπουλος, Πέτρος Παπανικολάου. Άλλοι 15 κατηγορούμενοι καταδικάστηκαν από ισόβια μέχρι τριετή φυλάκιση με αναστολή. Ο Μπελογιάννης μεταφέρεται στις φυλακές της Κέρκυρας. Η απόφαση του δικαστηρίου προκαλεί θύελλα αντιδράσεων σ’ όλο τον κόσμο. Διαδηλώσεις, πορείες, γινόταν στη διάρκεια της δίκης αλλά και μετά την απόφαση.
Τηλεγραφήματα συμπαράστασης, στέλνονταν απ’ όλα τα μέρη του κόσμου. Με πρωτοβουλία της Σοβιετικής ένωσης το ζήτημα συζητήθηκε στην 6η Σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ. Αλλά με τις πιέσεις που άσκησαν οι αμερικάνοι δεν παίρνεται καμιά πρωτοβουλία από τον Οργανισμό. Στην Ελλάδα όμως η κυβέρνηση δεν μπορούσε να παραβλέψει αυτή την παγκόσμια αντίδραση και ο Πλαστήρας αναγκάζεται να δηλώσει ότι η απόφαση δε θα εκτελεστεί. Η δήλωση όμως αυτή ήταν ένας ελιγμός που αναγκάστηκε να κάνει η κυβέρνηση. Πολύ γρήγορα ετοιμάζει νέα σκευωρία ενάντια στο Μπελογιάννη, μια νέα δίκη με βαρύτερες κατηγορίες όπως η κατασκοπεία, με στόχο να αναιρεθεί η αμνηστία που υποχρεώθηκε να του δώσει. Οι Αμερικάνοι εκβιάζουν πλέον ανοιχτά προς αυτή την κατεύθυνση. Η αμερικανική κυβέρνηση δηλώνει πως θα περικόψει την «οικονομική βοήθεια» στην Ελλάδα. Ο Πιουριφόι σε συνέντευξή του λέει προκλητικά πως «η Ελλάς έχει ανάγκη ισχυράς κυβερνήσεως».
Έτσι η αστυνομία ανακαλύπτει «δίκτυο κατασκοπείας» του ΚΚΕ με οργανωτή το Μπελογιάννη. Κάνουν έφοδο στη βίλα «Αύρα» στη Γλυφάδα και στο σπίτι του παλιού κομμουνιστή Νίκου Καλούμενου στην Καλλιθέα, όπου βρίσκουν παράνομους ασύρματους του ΚΚΕ, αφού πρώτα είχαν εντοπίσει μυστικά σήματα, όπως έλεγαν. Σαν αποδεικτικά στοιχεία χρησιμοποιήθηκαν πλαστά τηλεγραφήματα τα οποία φέρονται να έλαβαν οι κατηγορούμενοι από το εξωτερικό. Το ότι το ΚΚΕ χρησιμοποιούσε ασυρμάτους ήταν παλιά μέθοδος επικοινωνίας από την εποχή του Μεταξά και το γεγονός ήταν γνωστό σε όλους. Δηλαδή, αν και οι διωκτικές αρχές, γνώριζαν πολύ καλά την ύπαρξη ασυρμάτων νωρίτερα, δε δίστασαν να κατασκευάσουν τη σκευωρία για δήθεν κατασκοπία. Τα γεγονότα είναι χαρακτηριστικά:
Οι ασύρματοι ανακαλύφθηκαν στις 14 και 15 Νοέμβρη του 1951, μόλις δηλαδή τελείωνε η πρώτη δίκη, αλλά ήταν γνωστό στην Ασφάλεια περίπου ένα χρόνο νωρίτερα. Αντί να προχωρήσουν αμέσως σε συλλήψεις επέλεξαν να βρουν ένα χαφιέ στον μηχανισμό, για να πληροφορεί τις μυστικές υπηρεσίες για τις εντολές που έδινε το ΚΚΕ. Αυτά αναφέρεται στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 17 Γενάρη του 1951, ένα χρόνο σχεδόν πριν την «ανακάλυψη». Η ίδια εφημερίδα στις 22 Γενάρη 1951 αναφέρει (σύμφωνα με πληροφορίες που διέρρευσαν από την αστυνομία) ότι το σπίτι του Καλούμενου στην Καλλιθέα παρακολουθούνταν από πολύ καιρό πριν.
Επίσης η εφημερίδα ΕΣΤΙΑ στις 12 Δεκέμβρη του 1951 γράφει πως ο αντιπρόσωπος της Ελλάδας στον ΟΗΕ, Α. Κύρου, είχε καλέσει τις ελληνικές κυβερνήσεις να δικάζουν τους κομμουνιστές με την κατηγορία της κατασκοπείας ανεξαρτήτως εάν η κατηγορία προέκυπτε από τα στοιχεία που είχαν!! «Στείλτε τους στα στρατοδικεία με την κατηγορία του κατασκόπου. Ποιος θα τολμήσει να διαμαρτυρηθεί;» έλεγε ο Κύρου. Η ίδια η ηγεσία του ΚΚΕ έχοντας καταλάβει ότι η Ασφάλεια γνωρίζει για τους συγκεκριμένους ασυρμάτους έδωσε στις 17 Δεκέμβρη του 1950 εντολή να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα. Έτσι οι ασύρματοι αυτοί ήταν εκτός λειτουργίας πολύ πριν την έφοδο της Ασφάλειας. Παρ’ όλα αυτά η Ασφάλεια επέμενε ότι οι ασύρματοι λειτουργούσαν και ανακαλύφθηκαν κατά την έφοδο, μόνο και μόνο για να κρύψει τη σκευωρία. Ας σημειωθεί, τέλος, ότι στις έρευνες συμμετείχε και ελικόπτερο του αμερικανικού στόλου με ραδιογωνιόμετρα. Έτσι ξεκινάει στις 15 Φλεβάρη του 1952 η δεύτερη δίκη του Μπελογιάννη. Οι κατηγορούμενοι εκτός απ’ τον ίδιο είναι άλλοι 28. Η κατηγορίες αυτή τη φορά βασίζονται στον Αναγκαστικό Νόμο 375/1936 περί κατασκοπίας, που θέσπισε ο Μεταξάς.
Στη νέα του απολογία ο Μπελογιάννης καταρρίπτει όλες τις συκοφαντίες. Η απολογία του στη δεύτερη δίκη έχει μείνει σαν ένα φλογερό ντοκουμέντο θάρρους:
«Την ευθύνη για το ότι η ελληνική γη είναι σπαρμένη με τάφους και ερείπια, τη φέρουν μόνο οι ξένοι ιμπεριαλιστές και οι έλληνες υπηρέτες τους…»
«Εμείς πιστεύουμε στη ορθότητα της θεωρίας, που γέννησαν τα μυαλά των πιο πρωτοπόρων ανθρώπων. Και το νόημα του αγώνα μας είναι η θεωρία αυτή να γίνει πραγματικότητα τόσο για την Ελλάδα όσο και για όλο τον κόσμο…»
«Εμείς αγαπάμε την Ελλάδα και το λαό της περισσότερο από εκείνους που μας κατηγορούν. Το αποδείξαμε τότε που η λευτεριά, η ανεξαρτησία και η εδαφική ακεραιότητα βρίσκονταν σε κίνδυνο. Παλεύουμε για να ξημερώσουν και για την πατρίδα μας καλύτερες μέρες, χωρίς πείνα και πόλεμο. Κι αν χρειαστεί θυσιάζουμε γι’ αυτό και τη ζωή μας.»
Στις 29 του Φλεβάρη ο Μπελογιάννης καταφέρνει να δώσει ένα σημείωμα σε έναν δημοσιογράφο, αφού του είχε υποσχεθεί ότι θα το δημοσιεύσει. Το παραθέτουμε ολόκληρο:
«Οι οργανωτές αυτής της δίκης, ντόπιοι και ξένοι, κατέβαλλαν πρωτοφανείς προσπάθειες για να κατασυκοφαντήσουν τον αγώνα του ΚΚΕ, χωρίς να διστάσουν ούτε μπροστά στη διαστρέβλωση γνωστών κειμένων.
Απέναντι σ’ αυτές τις προσπάθειες εμείς βρεθήκαμε τελείως ανυπεράσπιστοι, γιατί μέσα στα απομονωτήρια της ασφάλειας δε μας δόθηκε καθόλου ο χρόνος και η δυνατότητα να μελετήσουμε και να συγκεντρώσουμε τα απαραίτητα για την υπεράσπισή μας στοιχεία.Έτσι υποχρεωθήκαμε να παλαίψουμε κάτω από απαράδεχτα άνισους όρους. Αλλά παρ’ όλα αυτά, αποδείχτηκε ότι το ΚΚΕ είναι κόμμα πατριωτικό, με τίτλους εθνικούς, που κανένα άλλο κόμμα δεν έχει να παρουσιάσει. Γιατί στο βωμό της ανεξαρτησίας και της ελευθερίας της Ελλάδος έχει προσφέρει φοβερές εκατόμβες. Και αν δεν υπήρχαν σήμερα οι έμποροι και οι κάπηλοι του μίσους, η συμβολή του ΚΚΕ στην ειρήνευση του τόπου θα είχε εκτιμηθεί όχι μόνο από τους φίλους, αλλά και από τους τίμιους και καλόπιστους αντιπάλους μας.
Γι’ αυτό οι σφαίρες του εκτελεστικού αποσπάσματος δεν δολοφονούν εμάς. Δολοφονούν την ειρήνευση και την τιμή της Ελλάδος.
29/2/52 Νίκος Μπελογιάννης»
Το δικαστήριο αποφασίζει και πάλι τη θανατική ποινή για τους 8 κατηγορούμενους. Εκτός από το Μπελογιάννη, σε θάνατο καταδικάζεται ο Δημήτρης Μπάτσης, ο Ηλίας Αργυριάδης, ο Νίκος Καλούμενος, ο Τάκης Λαζαρίδης, ο Χαρίλαος Τουλιάτος, ο Μιλτιάδης Μπισμπιάνος και η Έλλη Ιωαννίδου. Ήταν 1η Μάρτη του 1952.
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι αντιδράσεις για την απόφαση ένθεν και ένθεν. Η περίφημη «Φωνή της Αμερικής» αναφωνούσε με το αίσθημα του νικητή:
«Η δίκη αυτή είναι ένα από τα σπουδαιότερα παγκόσμια γεγονότα τα οποία εσημειώθησαν τον Φεβρουάριον του ’52. Αποτελεί δίδαγμα δια τον ελεύθερον κόσμον. Αποδεικνύει ότι τα απανταχού κομμουνιστικά κόμματα δεν εμπνέονται από πολιτικούς σκοπούς αλλά αποτελούν οργανώσεις κατασκοπείας».
Οι προοδευτικοί άνθρωποι μέσα και έξω απ’ την Ελλάδα ξεσηκώνονται και απαιτούν να μην εκτελεστεί η απόφαση. Χιλιάδες διαμαρτυρίες και τηλεγραφήματα απ’ όλο τον κόσμο ζητούν τη ματαίωση της εκτέλεσης. Διεθνούς φήμης καλλιτέχνες όπως ο Τσάρλι Τσάπλιν, συγγραφείς όπως ο Σαρτρ, ο Κοκτώ, ο Μπενουά, γάλλοι υπουργοί, ο ίδιος ο Ντε Γκώλ, πρόεδροι ακαδημιών και ακυρωτικών δικαστηρίων στέλνουν τηλεγραφήματα εναντίωσης στις εκτελέσεις.
Ακόμα και ο συντηρητικός Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, Σπυρίδων Βλάχος, ζητά από το βασιλιά να μην γίνουν εκτελέσεις δηλώνοντας:
«Έχω συγκλονιστεί απ’ το ηθικό μεγαλείο του Μπελογιάννη. Το θεωρώ ανώτερο κι από των πρώτων Χριστιανών, γιατί ο Μπελογιάννης δεν πιστεύει ότι υπάρχει μέλλουσα ζωή».
Η Παγκόσμια Οργάνωση αλληλεγγύης για τη σωτηρία του Μπελογιάννη πάλευε για τη σωτηρία του Μπελογιάννη με όσα μέσα μπορούσε. Συγκεντρώσεις, συνεντεύξεις, τηλεγραφήματα στην κυβέρνηση και το βασιλιά, διαμαρτυρίες στον ΟΗΕ. Το όνομα του Μπελογιάννη γίνεται σύμβολο της ειρήνης και της ανεξαρτησίας των λαών. Η σοβιετική Επιτροπή στον ΟΗΕ κάνει τα πάντα για να σώσει το Μπελογιάννη και τους συντρόφους του. Όμως η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ κάτω από τις νέες απειλές των Αμερικάνων δεν προέβη σε καμιά ενέργεια. Ο Μπελογιάννης και οι σύντροφοί του μέσα από τη φυλακή συνεχίζουν τον πολιτικό αγώνα. Στέλνουν γράμματα σε ξένες εφημερίδες όπου αναφέρουν την τραγική κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα, σε όλα τα επίπεδα.
Στις 28 Μάρτη το Συμβούλιο Χαρίτων εκδίδει την απόφασή του. Γίνονται δεκτές μόνο οι αιτήσεις χάριτος του Λαζαρίδη, του Μπισμπιάνου, του Τουλιάτου και της Έλλης Ιωαννίδου. (Της τελευταίας λόγω πρόσφατης μητρότητας). Οι υπόλοιποι έπρεπε να εκτελεστούν. Αξίζει να σημειώσουμε, για να αντιληφθούμε το ρόλο της κυβέρνησης Πλαστήρα, ότι λίγο καιρό πριν, είχε δώσει αμνηστία στον ναζιστή στρατηγό Αντρέ, το δήμιο της Κρήτης.
Στις 3 το πρωί της Κυριακής της 30ης Μάρτη του 1952, ο βασιλικός επίτροπος συνταγματάρχης Αθανασούλας ανακοινώνει στο Μπελογιάννη, τον Καλούμενο, τον Αργυριάδη και το Μπάτση ότι η αίτηση χάριτος απορρίφθηκε. Όλοι τους κατάλαβαν ότι τους πάνε για εκτέλεση. Σε λίγο τους βάζουν σε ένα αυτοκίνητο και τους μεταφέρουν στον γνωστό τόπο εκτελέσεων, το Γουδί. Οι 4 ήρωες δεν έχασαν ούτε μια στιγμή το κουράγιο τους. Αρνήθηκαν να τους δέσουν τα μάτια. Στις 4 και 12’ αντήχησαν τα όπλα του εκτελεστικού αποσπάσματος.
Η βαρβαρότητα συνεχίστηκε αφού τα πτώματα έμειναν στο τόπο που έπεσαν μέχρι το πρωί. Έπειτα μεταφέρθηκαν στο νεκροταφείο της Κοκκινιάς χωρίς φέρετρα και πετάχτηκαν σε ξένα μνήματα. Αργότερα, όταν ανακαλύφθηκε το λάθος, ξέθαψαν τα πτώματα και τα έθαψαν στο σωστό σημείο. Ας σημειωθεί ότι ημέρα Κυριακή ούτε οι Γερμανοί στην Κατοχή δεν εκτελούσαν μελλοθάνατους. Η βαρβαρότητα αλλά και βιασύνη των υπευθύνων ήταν τέτοια που επέλεξαν τη μέρα αυτή. Άλλωστε αυτή πρέπει να ήταν και η εντολή των ίδιων των αμερικάνων στο Σοφοκλή Βενιζέλο, ο οποίος το πρωί της 29ηςΜάρτη κλήθηκε επειγόντως στην αμερικανική πρεσβεία από τον Πιουριφόι, λίγο πριν μεταβεί στο υπουργικό συμβούλιο.
Χιλιάδες λαού επισκέφτηκε τον τάφο του Μπελογιάννη. Κάποια στιγμή εμφανίστηκε ένα στεφάνι με την επιγραφή: ΚΟΙΜΗΣΟΥ ΗΣΥΧΑ. ΕΜΕΙΣ ΑΓΡΥΠΝΟΥΜΕΑπό τότε οι αστυνομικοί φρουρούσαν μέρα – νύχτα τον τάφο. Τα άσχημα μαντάτα ταξιδεύουν γρήγορα μέχρι το στρατόπεδο συγκέντρωσης πολιτικών κρατουμένων στον Αϊ Στράτη όπου ζει εξόριστος ο κορυφαίος ποιητής του λαού μας Γιάννης Ρίτσος. Την ίδια μέρα της εκτέλεσης θα γράψει το ποίημα «Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΕ ΤΟ ΓΑΡΥΦΑΛΛΟ».


http://topaliatzidiko.blogspot.com